π. Βασίλειος Βολουδάκης
Μέ τά ὅσα ἔχουμε γράψει γιά τήν ἀδιαίρετη ἀνθρώπινη ψυχή καί τίς περιπέτειες καί περιπλανήσεις της μετά τήν Πτώση τῶν Πρωτοπλάστων, ὅταν πιά διχοτομημένη σέ δύο φύλα δραστηριοποιήθηκε καί δραστηριοποιεῖται σάν ἀνδρική καί γυναικεία συμπεριφορά, ἔχει καταδειχθῆ -μέ τή χειραγώγηση καί τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου- ὅτι ὁ γάμος δύο ἐτερόφυλων, μέ τίς προδιαγραφές τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀποσκοπεῖ στήν ἐπανένωση τῆς διχοτομημένης ἀνθρωπίνης φύσεως.
Γι’ αὐτό πρέπει νά προσεγγίσουμε, πέρα ἀπό τίς ὁδηγίες- κλειδιά τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου, καί ἄλλες ἐπεξηγηματικές του συστάσεις, πού διαβάζονται στό Μυστήριο τοῦ Γάμου, γιατί ἡ κατά Θεόν ἀποκατάσταση τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς προϋποθέτει τή βίωση ἀπό τόν καθένα μας ὅλων τῶν ὑγιῶν ἰδιοτήτων πού ἔχουν διασωθεῖ καί στά δύο φῦλα.
«Ὁ ἀγαπῶν τήν ἑαυτοῦ γυναῖκα ἑαυτόν ἀγαπᾶ»
Ἡ πρώτη σπουδαία ἐπεξηγηματική σύσταση τοῦ ἁγίου Παύλου εἶναι αὐτή πού παρατίθεται στούς στίχους πού ἀκολουθοῦν: «Οὕτως ὀφείλουσιν οἱ ἄνδρες ἀγαπᾶν τάς ἑαυτῶν γυναῖκας ὡς τά ἑαυτῶν σώματα.
Ὁ ἀγαπῶν τήν ἑαυτοῦ γυναῖκα ἑαυτόν ἀγαπᾶ· οὐδείς γάρ ποτε τήν ἑαυτοῦ σάρκα ἐμίσησεν, ἀλλ’ ἐκτρέφει καί θάλπει αὐτήν καθώς καί ὁ Κύριος τήν Ἐκκλησίαν» (Έφεσ. 5, 28-29).
Δέν θά μποροῦσε νά ὑπάρξη πιό ἐκφραστική ἀναφορά στήν ἀνάγκη πού ἔχει ὁ ἄνδρας νά συνειδητοποιήση πώς ἄν πράγματι ἀγαπάει τόν ἑαυτό του καί ποθεῖ τήν ἀποκατάσταση τῆς ψυχικῆς του ἀρτιότητος θά πρέπει νά βγῆ ἀπό τό λήθαργο τοῦ φύλου του ἀγαπῶντας τήν γυναῖκα του, ὥστε μέ αὐτόν τόν τρόπο νά ἀφυπνίση τόν κοιμισμένο συναισθηματικό του κόσμο!
Ἀγαπῶ τόν ἑαυτό μου σημαίνει ἀφυπνίζω τό ναρκωμένο ἀπό τόν ἐγωϊστικό «αὐτισμό» συναίσθημά μου καί ἐνεργῶ τήν ἀγάπη. Ἐπαναλειτουργῶ μέ τό ἐνδιαφέρον καί τήν ἐγρήγορσή μου γιά τίς ἀνάγκες τῆς ψυχῆς τοῦ ἄλλου τόν «σκουριασμένο» ψυχικό μηχανισμό μου καί τόν συνδέω μέ τίς διανοητικές καί ἐγκεφαλικές μου λειτουργίες, πού μέχρι τότε λειτουργοῦσαν αὐτόνομα.
Ἀγαπώ τόν ἑαυτό μου σημαίνει πώς μαθαίνω στόν ἑαυτό μου νά ἀγαπᾶ, νά ἔρχεται πρός τόν ἄλλον. Ἀγαπᾶ ὁ ἄνδρας τόν ἑαυτό του ὅταν ἔρχεται καί πλησιάζει τή γυναῖκα του ὄχι μόνο γιά νά συναντήση τό σῶμα της ἀλλά καί γιά νά γνωρίση τήν ψυχή της, πού διασώζει πολλά στοιχεῖα τῆς ἀδιαίρετης ἀνθρώπινης ψυχῆς πού ὅμως, ἔχουν ναρκωθεῖ στήν ψυχή τοῦ ἄνδρα. Ἀγαπῶ τόν ἑαυτό μου σημαίνει πώς δέν νοιώθω ἔλλειψη ἀγάπης, γιατί ἔλλειψη ἀγάπης νοιώθει μόνο ἐκείνος πού δέν ἀγαπᾶ τούς ἄλλους.
Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος ὑπογραμμίζει στούς ἄνδρες ὅτι κανείς ἄνθρωπος δέν μίσησε τή σάρκα του ἀλλά τήν φροντίζει καί τήν περιποιεῖται. Καί συμπληρώνει ὅτι ἔτσι ὀφείλουν καί οἱ ἄνδρες νά ἀγαποῦν τή γυναῖκα τους σάν τό σῶμα τους. Αὐτά τούς τά γράφει γιά νά καταλάβουν πώς ἡ γυναῖκα τοῦ κάθε ἄνδρα, ἡ μοναδική γιά κάθε ἄνδρα γυναῖκα, εἶναι καί ἡ μοναδική του εὐκαιρία γιά νά ὁλοκληρωθῆ σάν ἄνθρωπος, σάν προσωπικότητα.
Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τή γυναῖκα. Ἔχει τή μοναδική εὐκαιρία μέσω τῆς σχέσεώς της μέ τόν μοναδικό ἄνδρα της νά ἐνεργοποιήση τά στοιχεῖα ἐκεῖνα τῆς ψυχῆς της πού ἔχουν παραλύσει ἀπό τό ἀκατάσχετο συναίσθημά της καί τίς ἀκραῖες -μεταξύ ὑπερευαισθησίας καί σκληρότητος- συνέπειές του. Μόνο πού αὐτή τήν ἐνεργοποίηση τῆς ἀνδρείας πλευρᾶς τῆς ψυχῆς της θά τήν πετύχη μέ διαφορετικό τρόπο ἀπ’ ὅτι ὁ ἄνδρας. Δηλαδή όχι μέ ἀφύπνιση ἀπό τό λήθαργο, ὅπως αὐτός ἀλλά μέ ἀναχαίτιση καί καταστολή τῆς ὑπερενεργητικότητός της καί τῆς ἀκατάπαυστης μέριμνάς της γιά τά πάντα.
Μόνο μέ αὐτή τήν καταστολή τῆς γυναικώδους μανίας θά μπορέση νά δῆ πραγματικά τόν ἄνδρα της μέ ἐκτίμηση, σεβασμό καί θαυμασμό, ἐφ’ ὅσον βεβαίως καί αὐτός ἔχει φροντίσει νά κάνη τά βήματα πού προείπαμε.
«Ἡ δέ γυνή ἵνα φοβῆται τόν ἄνδρα»
Μέ αὐτή, λοιπόν, τήν προϋπόθεση τελικά θά καταλάβουμε τό νόημα τῆς δεύτερης ἐπεξηγηματικῆς συστάσεως τοῦ Άποστόλου Παύλου πρός τή γυναῖκα «Ἡ δέ γυνή ἵνα φοβῆται τόν ἄνδρα». Ὁ «φόβος» πού συνιστᾶ στή γυναῖκα δέν εἶναι τρόμος καί φοβία ἀλλά εἶναι «ἀρχή σοφίας», σωφροσύνης, ἀφοσιώσεως καί παραδοχῆς τοῦ ἄνδρα της.
Ἄν, ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή, «ἀρχή σοφίας φόβος Κυρίου», ὁ φόβος τῆς γυναίκας γιά τόν ἄνδρα της -μέ τήν ἐρμηνευτική τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί ὄχι μέ τά ἑρμηνευτικά λεξικά- σημαίνει τήν προϋπόθεση πού εἶναι ἀπαραίτητη στή γυναῖκα γιά νά γνωρίση πραγματικά τόν ἄνδρα της καί νά ριζωθῆ μέ ὅλη τήν ὕπαρξή της βαθειά μέσα στήν ψυχή του.
Ἡ Ἁγία Γραφή δέν εἶναι ρατσιστική, οὔτε ταξική. Εἶναι ἀποκαλυπτική καί θεραπευτική. Μᾶς ἀποκαλύπτει τίς παθήσεις τῆς ψυχῆς μας, τῆς κάθε ψυχῆς, κάθε φύλου, ἀλλά καί τό πῶς θά βροῦμε τήν ὑγεία μας.
Ὅταν συνιστᾶ ὁ Θεός στή γυναῖκα μέ τό στόμα τοῦ ἁγίου Παύλου ὅτι πρέπει αὐτή νά «φοβῆται» τόν ἄνδρα της οὐσιαστικά τήν προτρέπει νά ἀναχαιτίση τήν ὁρμή -μέ τήν ὁποία, συνήθως, ἀντιμετωπίζουν οἱ γυναῖκες τούς ἄνδρες- νά φερθῆ μέ συστολή, ὥστε νά μπορέση ὁ ἄνδρας νά ἐκφράση μέ ἄνεση καί χωρίς ψυχική πίεση τά αἰσθήματά του, γιατί ἀλλιῶς, χωρίς δηλαδή νά προηγηθῆ ἡ συστολή τῆς γυναίκας, οἱ ἄνδρες ἔχουν μεγάλη δυσκολία νά ἐκφρασθοῦν ψυχικά.
Τό σημεῖο αὐτό ἔχει καθοριστική σημασία στή σχέση τοῦ ζευγαριοῦ, παρά ταῦτα, ὅμως, ἀντιμετωπίζεται μέ μεγάλη ἐπιπολαιότητα καί στό ἄκουσμα τῆς φράσεως «Ἡ δέ γυνή ἵνα φοβῆται τόν ἄνδρα» στό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τοῦ γάμου, οἱ γυναῖκες, ἀντί νά λάβουν τό σωστό μήνυμα τῆς Ἐκκλησίας, πατᾶνε τό πόδι τοῦ γαμπροῦ ὑποδηλώνοντας ὅτι αὐτές θά ἔχουν τό «πάνω χέρι» στή σχέση καί θά «τσακίσουν» τόν ἐτσιθελισμό τοῦ ἄνδρα.
Ὅμως, ὁ ἐτσιθελισμός τῶν ἀνδρῶν ἐκτρέφεται καί ἐνισχύεται ἀπό τήν αὔξηση τῆς ὁρμητικότητος τῶν γυναικῶν καί ἔτσι δέν ὑπάρχει περίπτωση νά γίνη ἡ ἀφύπνιση τοῦ ἀνδρικοῦ συναισθήματος. Εἶναι ἄλλο πρᾶγμα νά ἔχης τό «πάνω χέρι» στή σχέση, πρᾶγμα τό ὅποῖο τελικά κουράζει καί γερνάει ψυχικά τίς γυναῖκες καί ἄλλο τό νά ἀφυπνίσης τόν κοιμισμένο ἀλλά πλούσιο συναισθηματικό κόσμο τοῦ ἄνδρα σου καί νά νοιώσης τή σιγουριά, τήν ἀσφάλεια καί τή θαλπωρή, δηλαδή τίς προϋποθέσεις πού κάνουν τή γυναῖκα νά “λουλουδίζη” καί νά καρποφορῆ.
Πρέπει νά καταλάβουν οἱ γυναῖκες ὅτι αὐτό πού χρειάζεται βαθειά ἡ ψυχή τους εἶναι ἡ ἡσυχία της καί ἡ ἀπαλλαγή της ἀπό κάθε μέριμνα καί πολυπραγμοσύνη καί ὄχι τό νά ἀναλάβουν τά ἡνία στή σχέση τους μέ τόν ἄνδρα τους καί νά μήν ἡσυχάζουν οὔτε γιά ἕνα δευτερόλεπτο ἀπό τήν ἀγωνία καί τήν ἀνασφάλεια, πού τίς ὁδηγεῖ στόν ἀκατάπαυστο ἔλεγχο καί τῆς παραμικρῆς λεπτομέρειας στή σχέση τους καί στή ζωή τους μέ τόν ἄνδρα τους.
Ἡ ἀνασφάλεια τῶν γυναικῶν εἶναι κληρονομιά ἀπό τήν συμπεριφορά τῆς
Εὔας, εἶναι βαθειά ριζωμένη στήν ψυχή κάθε γυναίκας καί γι’ αὐτό εἶναι μισή ἀλήθεια ἡ πεποίθηση τῶν γυναικῶν ὅτι τάχα ἡ ἀνασφάλειά τους αὐτή ὀφείλεται στόν συγκεκριμένο ἄνδρα τους πού δέν τούς ἐμπνέει ἐμπιστοσύνη. Ἡ ἄλλη μισή ἀλήθεια εἶναι ὅτι πράγματι πολλοί ἄνδρες ὑποκύπτουν στήν πίεση τῆς ἐπιθετικῆς ἀνασφάλειας τῶν γυναικῶν τους καί καταρρέουν, ἐνισχύοντας σ’ αὐτές τήν ἀνασφάλεια ἀντί νά τή γιατρεύουν.
Τό συμπέρασμα εἶναι πώς καί οἱ ἄνδρες καί οἱ γυναῖκες πρέπει νά ἀνοίξουμε τά μάτια μας καί νά δοῦμε κατάματα τά προβλήματά μας ἀξιοποιῶντας γιά τήν ἐπίλυσή τους τίς ὁδηγίες τῆς Ἐκκλησίας μας.
Δέν εἶναι τυχαίο το φῦλο τοῦ κάθε ἀνθρώπου
Ὁ Θεός ἤδη «ἐξ ἄκρας συλλήψεώς μας» μᾶς ἔχει ἐξασφαλίσει τίς προϋποθέσεις γιά νά πετύχουμε τήν ὁλοκλήρωσή μας δίνοντάς μας τό φύλο πού θά βοηθήση τήν ψυχή μας στήν τελειοποίησή της. Ἐπειδή ταυτόχρονα μέ τήν σύλληψή μας στήν μήτρα τῆς μητέρας μας λαμβάνουμε ψυχή «ἐν δυνάμει» καί ὁ Θεός γνωρίζει ὡς Παντογνώστης τό πῶς ἡ θέλησή μας θά καθοδηγήση τήν ψυχή μας καθ’ ὅλη μας τή ζωή, μᾶς δίνει ἐξ ἀρχῆς τό φύλο πού εἶναι κατάλληλο φάρμακο γιά τήν ἀναχαίτιση τῶν ἐλαττωμάτων μας καί τήν ἐνίσχυση καί ἀνάπτυξη τῶν χαρισμάτων μας.
Ἔτσι, πιστεύουμε, ὅτι ὁ Θεός δίνει τό ἀνδρικό φύλο σέ ψυχές πού ἔχουν λογική ἀνεπηρέαστη ἀπό τό συναίσθημα γιατί αὐτό ἔχει ναρκωθεῖ καί εἶναι ἐν πολλοῖς ἀνενέργητο, ἔχουν σταθερότητα ἐνισχυμένη ἀπό τήν ἀνεπηρέαστη λογική τους, ἀντοχή στίς συγκρούσεις καί στίς συναλλαγές μέ τούς ἀνθρώπους, πάθος γιά ἀτομικές ἐπιδόσεις συναγωνισμούς καί ἐπαγγελματικές δραστηριότητες ἀλλά ἀπροθυμία καί ὀκνηρία γιά τίς ἀνθρώπινες σχέσεις καί τήν ἀνάληψη εὐθυνῶν, πού σχετίζονται μέ τήν ψυχική προσέγγιση καί τήν κατανόη¬ση ἀνθρώπων καί τῶν ψυχικῶν τους προβλημάτων, ὡστόσο, ὅμως, ἄν ἐνεργοποιηθοῦν σωστά πρός τήν κατεύθυνση αὐτή γίνονται ἰδανικοί γιατί τά ψυχικά προβλήματα τῶν ἄλλων δέν τούς ἐπηρεάζουν ἀρνητικά οὔτε τούς καταβάλλουν ψυχικά.
Μέ ἄλλα λόγια τό ἀνδρικό φῦλο δίδεται σέ ἀνθρώπους πού πρέπει νά ἐνεργοποιηθοῦν κάνοντας βήματα πρός τά ἐμπρός, σέ ἀνθρώπους πού πρέπει νά δείξουν ἀποφασιστικότητα, γιατί ἔχουν τίς ἀντοχές, ἀλλά δέν ἔχουν αὐθόρμητη τή διάθεση νά χρησιμοποιήσουν τό «μαχαίρι» πού ξεκαθαρίζει τά πράγματα καί γι’ αὐτό προσπαθοῦν νά ἀποποιηθοῦν τό ρόλο τῆς «κεφαλῆς» ὑποχωρῶντας ἄκαιρα καί ἐπιτιθέμενοι παράκαιρα.
Τό γυναικεῖο φῦλο δίδεται σέ ψυχές πού αὐθόρμητα θέλουν νά ἐνεργοῦν σάν «κεφαλές», ἐπειδή ἔχουν ἀνασφάλεια. Σέ ψυχές πού ἔχουν ἔντονη ἀνάγκη γιά ἀνθρώπινες σχέσεις ἀλλά ἐπηρεάζονται εὔκολα ἀπό τούς ἄλλους καί κουράζονται καί καταβάλλονται ἀπό τίς συναναστροφές καί συντυχίες μέ τούς ἀνθρώπους, ἔχουν πλούσιο συναίσθημα ἀλλά ξεκάρφωτο γιατί αὐτό ἔχει κατακλύσει καί συναισθηματοποιήσει τή λογική τους.
Τό γυναικεῖο φύλο δίδεται σέ ψυχές πού ἔχουν αὐτοθυσία καί γενναιότητα ἀλλά λόγω τῆς ἀστάθειας τοῦ ξεκάρφωτου συναισθήματός τους ἡ γενναιότητα αὐτή θάβεται κάτω ἀπό μιά ἀπονευρωμένη κατάσταση πού χαρακτηρίζεται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας «χαῦνον τοῦ θήλεος».
Ἀπαραίτητη προϋπόθεση, βεβαίως, γιά νά ὠφεληθῆ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τό φῦλο του εἶναι νά τηρήση κατά γράμμα τίς ὁδηγίες τοῦ Θεοῦ διά τῆς Ἐκκλησίας, μέ τίς ὁποῖες ἀφ’ ἑνός μέν ἀναχαιτίζονται οἱ ὁρμητικές καί ἀχαλίνωτες τάσεις μας, ἀφ’ ἑτέρου δέ παρακινοῦνται σέ δράση οἱ δυνάμεις μας, πού βρίσκονται σέ ὕπνωση.
Μέ όλα αὐτά καταλαβαίνει κανείς εὔκολα τό γιατί ὁ Θεός εἶναι κατηγορηματικά ἀντίθετος στίς ὁμοφυλοφιλικές σχέσεις καί βεβαίως στήν ἀλλαγή φύλου. Γιατί αὐτό θά σήμαινε ματαίωση τῆς πραγματοποιήσεως τοῦ σκοποῦ τοῦ ἀνθρώπου νά ὁλοκληρώση τήν προσωπικότητά του μέσω τῆς ἀξιοποιήσεως τῶν ψυχικῶν του χαρισμάτων καί τῆς διορθώσεως καί ἀποκαταστάσεως τῶν ψυχικῶν του ἐλαττωμάτων καί τραυμάτων, μέ τή βοήθεια, ἀληθινή συμπόρευση καί μυστηριακή σχέση μέ τό ἄλλο φύλο.
---------------------------------------------------
(πηγή: Περιοδικό «Ενοριακή Ευλογία» τεύχος 35)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου