Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ

Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ
Κάντε "κλικ" στην εικόνα και δείτε φωτογραφίες από την λιτάνευση του Επιταφίου μας

ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΦΥΛΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΓΕΝΕΣΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΠ. ΠΑΥΛΟ

ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΦΥΛΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΓΕΝΕΣΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΠ. ΠΑΥΛΟ
Κάντε "κλικ" στην εικόνα
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παλαιά Διαθήκη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παλαιά Διαθήκη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2018

Η ΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΠΛΑΣΤΩΝ ΧΩΡΙΣΕ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ ΣΕ ΔΥΟ ΦΥΛΑ


(του π. Βασιλείου Βολουδάκη)

Συνεχίζοντας μέ φόβο Θεοῦ καί πολλή προσοχή νά ἐμβαθύνουμε στή συσκιασμένη ἐξιστόρηση τῆς Ἁγίας Γραφῆς γιά τή δημιουργία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους διαπιστώνουμε πώς ἡ διχοτόμηση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως σέ δύο φύλα ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς πτώσεως τῶν πρωτοπλάστων καί ὄχι θέλημα καί εὐδοκία τοῦ Θεοῦ.

Αὐτό, ἴσως, ἠχεῖ παράξενα στά αὐτιά μας ἀλλά εἶναι πέρα γιά πέρα ἀληθινό καί γι’ αὐτό μᾶς προσφέρει τή δυνατότητα νά λύσουμε πολλά καί συσσωρευμένα προβλήματα, πάνω στά ὁποῖα προσκρούει καθημερινά ἡ ζωή τῶν ἀνθρώπων.

Ἄς συλλαβίσουμε, ὅμως, προσεκτικά τό κείμενο τῆς Γενέσεως γιά νά βεβαιωθοῦμε γιά τό ἀληθές τοῦ λόγου: «Καί εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ' εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ’ ὁμοίωσιν καί ἀρχέτωσαν τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καί τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καί τῶν κτηνῶν καί πάσης τῆς γῆς καί πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπί τῆς γῆς» (1, 26). Ἀπό τήν ἀνάγνωση τοῦ κειμένου αὐτοῦ διαπιστώνουμε ὅτι θέλημα καί εὐδοκία τοῦ Θεοῦ ἦταν ἡ δημιουργία ἀνθρωπίνων προσώπων ἰσοτίμων μεταξύ τους, τά ὁποῖα θά ἄρχουν ἀπό κοινοῦ σέ ὅλη τήν κτίση ἰσότιμα, χωρίς διάκριση ἀνωτέρου καί κατωτέρου.

Τό θέλημα αὐτό, ἡ εὐδοκία δηλαδή τοῦ Θεοῦ, ἔγινε πραγματικότητα: «Καί ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον, κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς. Καί εὐλόγησεν αὐτούς ὁ Θεός λέγων αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε καί πληρώσατε τήν γῆν καί κυριεύσατε αὐτῆς καί ἄρχετε τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καί τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καί πάντων τῶν πτηνῶν καί πάσης τῆς γῆς καί πάντων τῶν ἑρπόντων ἐπί τῆς γῆς» (1, 27-28).

Τό ἀνθρώπινο γένος, λοιπόν, σύμφωνα μέ τό Ἱερό Κείμενο, πλάσθηκε κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, ἀρχικά σέ δύο πρόσωπα, μέ τήν δυνατότητα αὐτά τά πρόσωπα νά αὐξηθοῦν καί νά πληθυνθοῦν στό μέλλον, πάντοτε, ὅμως, ἰσότιμα μεταξύ τους καί χωρίς διάκριση φύλου.

Ἡ ἀναφορά σέ «ἄρσεν» καί «θῆλυ» δέν ὑπονοεῖ διάκριση φύλων ἀλλά μόνο διάκριση προσώπων μέ ἰδιαίτερα ὑποστατικά ἰδιώματα, κατ’ εἰκόνα τῶν Θείων Προσώπων, τά ὁποῖα στεροῦνται φύλου καί διακρίνονται μόνο ἀπό τά ὑποστατικά ἰδιώματα Καθενός ἀπό Αὐτά.

Ἐξ ἄλλου κανείς δέν θά μποροῦσε νά ἰσχυρισθῆ ὅτι ὑπάρχει ἀνδρικό καί γυναικεῖο «κατ’ εἰκόνα»(!), ἀλλ' οὔτε νά ἐξηγήση τήν ταυτότητα τῶν ἐνεργειῶν καί τῶν διακονημάτων τοῦ Ἀδάμ καί τῆς γυναίκας (τό ὄνομα Εὔα δόθηκε μετά τήν πτώση) πρό τῆς πτώσεώς τους, δεδομένου ὅτι τό ἁγιογραφικό κείμενο καταγράφει τίς κοινές τους ἁρμοδιότητες ὁρίζοντας πώς ὁ Θεός ἀνέθεσε καί στούς δύο νά ἄρχουν ἐπί τῆς κτίσεως καί δέν ἀνέθεσε αὐτό μόνο στόν Ἀδάμ , κάτι τό ὁποῖο σαφῶς διαφοροποιεῖται μετά τήν πτώση τους.

Τό ὅτι δέν εἶναι εὐδοκία τοῦ Θεοῦ ἡ διχοτόμηση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους σέ φύλα ἀλλά παραχώρηση τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἀνόρθωση τῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν πτώση τους, φαίνεται καί ἀπό τά λόγια τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου ἀλλά κυρίως ἀπό τά λόγια τοῦ Χριστοῦ. Ὁ μέν ἅγιος Ἀπόστολος μᾶς διακηρύσσει ὅτι «οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3, 28), ὁ δέ Κύριός μας εἶπε σαφῶς ὅτι οἱ ἄνθρωποι «ἐν γάρ τῇ ἀναστάσει ὡς ἄγγελοι Θεοῦ ἐν οὐρανῷ εἰσί» (Ματθ. 22, 30). Καί, βεβαίως, κανείς δέν μπορεῖ νά ἰσχυρισθή ὅτι οἱ Ἄγγελοι διακρίνονται σέ φύλα.

Ἡ πτώση τῶν πρωτοπλάστων ἔχει σάν συνέπεια τή διάσπαση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καί τό ἀπειλεῖ μέ ἀφανισμό ἀλλά ὁ Θεός μέ τήν πανσοφία καί τή φιλανθρωπία Του δέν ἀφήνει τά πλάσματά Του νά ἐξοντωθοῦν καί νά χαθοῦν γιά πάντα. Γι’ αὐτό τούς ὁρίζει ξεχωριστά διακονήματα, κατάλληλα γιά τήν ψυχική κατάσταση τοῦ καθενός καί καθιστά ἐμφανῆ τή διαφορά τοῦ ψυχικού τους κόσμου καί στό σῶμα τους, ντύνοντας τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα μέ τούς «δερμάτινους χιτώνες», (Γεν. 3, 21) οἱ ὁποῖοι εἶναι προσωρινοί, μόνο γιά τήν ἐπίγεια ζωή καί ἔχουν ἐπάνω τους τά χαρακτηριστικά τοῦ φύλου, μέσω τοῦ ὁποίου θά πραγματώσουν ἐπί τῆς γῆς τό ἀναλογοῦν σ’ αὐτούς διακόνημα.

Οἱ «δερμάτινοι χιτῶνες» δέν εἶναι αὐτό καθ’ ἑαυτό τό σῶμα μας ἀλλά το φθαρτόν τοῦ σώματός μας, μέ τό ὁποῖο, σύν τοῖς ἄλλοις, γίνονται πράξη καί τά πάθη τῆς ψυχῆς μας καί γι’ αὐτούς τούς «δερμάτινους χιτῶνες» ὁμιλεῖ ὁ άγιος Παῦλος λέγοντάς μας «νεκρώσατε οὖν τά μέλη ὑμῶν τά ἐπί τῆς γῆς», τά ὁποῖα οὕτως ἤ ἄλλως θά παύσουν μετά θάνατον νά ὑπάρχουν, δηλαδή τά μέλη ἐκεῖνα μέ τά ὁποῖα ἐπιτελοῦμε «πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν» (Κολ. 3, 5). Τά μέλη αὐτά πρέπει νά νεκρωθοῦν ἀπ' αὐτή τή ζωή γιατί ὁπωσδήποτε θά καταργηθοῦν μέ τόν θάνατόν μας: «Τά βρώματα τῇ κοιλίᾳ καί ἡ κοιλία τοῖς βρώμασιν· ὁ δέ Θεός καί ταύτην καί ταῦτα καταργήσει» (Α΄ Κορ. 3, 13).

Καί αὐτή ἡ κατάργηση σηματοδοτεῖ καί τήν κατάργηση τῶν φύλων. Ὁριστικά καί ἀμετάκλητα μέ τόν θάνατό μας.

Μέ τούς «δερμάτινους χιτῶνες», λοιπόν, μετά τήν πτώση, ἐμφανίζεται γιά πρώτη φορά τό ἀνθρώπινο γένος διχοτομημένο, ὡς δύο φύλα καί ἔτσι ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα διαιώνισαν αὐτή τή διχοτόμηση, ἡ ὁποία θά διαρκῆ μέχρι τή συντέλεια τοῦ κόσμου.

Δυστυχώς, ὁ χριστιανικός κόσμος δέν ἔχει ἐπικεντρώσει τήν προσοχή του στό γεγονός ὅτι ἡ διάκριση τῶν φύλων εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς πτώσεως καί θεωρεῖ ὅτι ἐξ ἀρχῆς ὁ Θεός δημιούργησε δύο φύλα καί θέλημά Του εἶναι ἡ εἰς τούς αἰῶνες ὕπαρξη δύο φύλων.

Ἡ ἀπροσεξία αὐτή παρατηρεῖται καί στόν Ὀρθόδοξο Χριστιανικό χῶρο μέ ἀποτέλεσμα τή δημιουργία πολλῶν ἐρωτηματικῶν ὡς πρός τό ποιό ἀπό τά δύο φύλα ἔχει ὑπεροχή, ποιό εἶναι ἀνώτερο καί ποιό κατώτερο μέ ἀποκορύφωμα τό ἐρώτημα τοῦ 20ου αἰῶνος ἄν ὁ Θεός εἶναι... ἄνδρας ἤ γυναῖκα!

Τό τραγικώτερο ὅλων δέν εἶναι τά ἐρωτήματα ἀλλά ἡ ἀδιάκοπη πάλη καί ὁ πόλεμος μεταξύ τῶν δύο φύλων, μέ ἀποτέλεσμα ἀντί τά δύο φύλα νά λειτουργήσουν ἑνωτικά γιά νά συναντηθοῦν στήν ἁγιότητα, πού εἶναι τό μοναδικό «φύλο» τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἐκδαπανῶνται στή φαγωμάρα, τή διαμάχη καί τήν ἀλληλοεξόντωση!

Ἡ σύγχυση στό θέμα αὐτό, δυστυχῶς καί ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας, μεταδόθηκε καί πολλαπλασιάσθηκε στούς κοσμικούς ἀνθρώπους μέ ἀποτέλεσμα νά πυροδοτεῖται στίς μέρες μας μιά σφοδρότερη σύγκρου¬ση, παρ’ ὅτι τό προσωπεῖο τῆς κοινωνίας μας δείχνει πώς ὁδεύει πρός μιά τάχα εἰρήνευση καί συνένωση ἀνδρῶν καί γυναικῶν.

Ἡ πυροδότηση μιᾶς, ἴσως, πρωτόγνωρης γιά τή σφοδρότητά της σύγκρουσης τῶν δύο φύλων ἐπιβεβαιώνεται καί μέ τό πολύκροτο καί πολυδιαβασμένο βιβλίο τῶν ἡμερῶν μας «Κώδικας Da Vinci» τοῦ Dan Brown, πού ἀναμασᾶ καί ἀναμοχλεύει ὅλη τήν πολεμική τοῦ παρελθόντος καί στό ὁποῖο, μεταξύ τῶν ἄλλων, διαβάζουμε πώς «ἡ δύναμη τοῦ θηλυκοῦ καί ἡ ἱκανότητά του νά δίνη ζωή ἦταν κάποτε ἱερές ἔννοιες, ὅμως στέκονταν ἐμπόδιο στήν ἐνίσχυση τοῦ ρόλου τῆς Ἐκκλησίας, πού κυριαρχοῦνταν ἀπό τούς ἄντρες καί ἔτσι τό ἱερό θηλυκό δαιμονοποιήθηκε καί χαρακτηρίσθηκε ἀκάθαρτο. Ἡ ἀνδροκρατούμενη κοινωνία, ὄχι ὁ Θεός, δημιούργησε τό μύθο τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, σύμφωνα μέ τον ὁποῖο ἡ Εὔα δαγκώνοντας τό Μῆλο τῆς Γνώσης, προκάλεσε τήν ἔκπτωση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπό τόν Παράδεισο. Ἡ γυναίκα, κάποτε ἱερή δύναμη ζωῆς, μετατράπηκε σέ ἐχθρό τῶν ἀνθρώπων».

Ἡ ἀλήθεια εἶναι πώς ἡ Ἐκκλησία πού γνωρίζει καί ἀναφέρει ὁ Brown εἶναι ἡ Ρωμαιοκαθολική, ἡ ὁποία ὄχι ἁπλῶς δέν πρόσεξε ἀλλά καί διέστρεψε τό νόημα τοῦ Βιβλίου τῆς Γενέσεως, μέ συνέπεια νά δαιμονοποι- ήση πράγματι τή γυναίκα προκειμένου νά προστατεύση τόν ἄνδρα!

Ἡ Ὀρθοδοξία δέν ἀκολούθησε τόν Ρωμαιοκαθολικισμό στή διαστροφή, οὔτε θεωρεῖ ὑπεύθυνη τῆς πτώσεως μόνο τήν Εὔα. Ὡστόσο, δίνοντας ἔμφαση στή μεταπτωτική θεραπευτική τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου μέσω τῶν δύο φύλων, λησμονήσαμε ἐν τῷ μεταξύ ἐμεῖς οἱ πιστοί, κλῆρος καί λαός, ὅτι ἡ ἀρχική κατασκευή μας εἶναι ἑνιαία καί γι’ αὐτό πάψαμε νά ἀναζητοῦμε τά μυστικά πού κρύβει τό κάθε φύλο ἀλλά ἀσχολούμεθα ὁ καθένας μας μόνο μέ τό φύλο του, πολεμῶντας -συνειδητά ἤ ἀσυνείδητα- τό ἄλλο φύλο.

(πηγή: Περιοδικό «Ενοριακή Ευλογία» τεύχος 28)

Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2018

Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΚΑΤΕΡΡΕΥΣΕ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΠΛΑΣΤΩΝ


(του π. Βασιλείου Βολουδάκη)

Ἐκπληρώνοντας τήν ὑπόσχεσή μας νά ἀρχίσουμε «μιά σειρά ἄρθρων πού θά ἀποσκοποῦν στό νά κατανοηθῆ ἀπό τούς σημερινούς ἀνθρώπους κάπως καλύτερα τό πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας μας ὡς πρός τά δύο φύλα» ἐπιχειροῦμε νά συζητήσουμε σήμερα ἕνα θέμα, πού, ὅπως πιστεύουμε, εἶναι ἀποφασιστικῆς σημασίας γιατί «κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν καί εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον»: Τόν πόλεμο τῶν δύο φύλων.

Πότε ἄραγε ἄρχισε ὁ πόλεμος τῶν δύο φύλων;

Στό ἐρώτημα αὐτό δέν ἔχει δοθεῖ ἀκόμη ἡ σωστή ἀπάντηση καί γι’ αὐτό ταλανιζόμαστε αἰῶνες τώρα καί ἀντιδικοῦμε οἱ ἄνδρες μέ τίς γυναῖκες, εἴτε ἀνήκουμε σ’ αὐτούς πού πιστεύουν στήν Ἐκκλησία εἴτε ὄχι. Εἶναι, λοιπόν, ἀνάγκη μεγάλη νά βηματίσουμε προσεκτικά ἀναζητῶντας τή σωστή κατεύθυνση.

Ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς ἀποκαλύπτει μέ συσκιασμένο τρόπο πώς ἡ σχέση τοῦ ἄνδρα καί τῆς γυναίκας “στράβωσε” ἤδη ἀπό τότε πού ἦσαν μαζί στόν Παράδεισο, πρίν ἀπό τήν πτώση τους!

Ἀπό τό Βιβλίο τῆς Γενέσεως μαθαίνουμε ὅτι ὁ Ἀδάμ εὐθύς μετά τή δημιουργία τῆς Εὔας, μέ τό φωτισμό τοῦ Θεοῦ, ἀνεφώνησε: «τοῦτο νῦν ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστῶν μου καί σάρξ ἐκ τῆς σαρκός μου αὕτη κληθήσεται γυνή ὅτι ἐκ τοῦ ἀνδρός αὐτῆς ἐλήφθη αὕτη». Τά λόγια αὐτά δημιουργοῦν τήν ἐντύπωση πώς ὁ Ἀδάμ ὁδηγεῖται μέ σιγουριά στό νά ἀποκτήση ἀληθινή καί ἄρρηκτη σχέση μέ τήν γυναίκα του, ὅμως ἡ μετέπειτα συμπεριφορά του μᾶς φανερώνει πώς αὐτός ὁ ἴδιος ἔδωσε λάθος νόημα στά παραπάνω λόγια του, ἐπηρεασμένος ἀπό τή δόνηση τῆς ψυχολογίας του στή θέα ἑνός ἐντελῶς καινούργιου προσώπου.

Ἡ θέα τῆς γυναίκας, ἡ δημιουργία καί ὕπαρξη τῆς γυναίκας, δοκίμασε τόν Ἀδάμ καί τότε αὐτός φάνηκε κατώτερος ἀπό αὐτό πού τόν προώριζε ὁ Θεός. Ἀντί νά σταθῆ «ὡς Βασιλεύς τῆς κτίσεως» κάνοντας Βασίλισσα τή γυναίκα του μέσα σέ σχέση ἀπόλυτης κοινωνίας καί ἀγάπης, μιμούμενος τόν Θεῖο Δημιουργό του, ἔνοιωσε γι’ αὐτήν φόβο ἀνακατεμένον μέ κτητικότητα ἀλλά καί ἐξάρτηση ἀπ’ αὐτήν. Ἀπό τότε χάθηκε τό παιχνίδι. Αὐτή ἦταν ἡ ἀρχή τοῦ τέλους.

Ἡ γνωστή σέ ὅλους μας «πτώση τῶν πρωτοπλάστων» ἦταν πλέον ἀναμενόμενη, ἐφ’ ὅσον ἡ σχέση μας μέ τούς ἀνθρώπους εἶναι ἐκείνη πού προσδιορίζει καί τή σχέση μας μέ τόν Θεό.

Ὁ Ἀδάμ πρίν ἀπό τήν ὁριστική πτώση του ἔκανε βέβαια κάποιες προσπάθειες γιά νά «σταθῆ» ἐκεῖ πού τόν ἤθελε ὁ Θεός, ὥστε νά λειτουργήση σωστά ὁ ἴδιος καί νά ἀξιοποιήση τόν ἑαυτό του ἀλλά καί γιά νά λειτουργήση σωστά ἡ σχέση του μέ τήν Εὔα καί νά ζήση μαζί της μέ τρόπο παρόμοιο μέ αὐτόν πού σχετίζονται τά Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος μεταξύ τους. Γι’ αὐτό, ἀρχικά, ὅταν ὁ διάβολος τοῦ πρότεινε νά γνωρίση καί τό κακό, παράλληλα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτός δέν ἐξαπατήθηκε οὔτε ὑπέκυψε. Τήν προσπάθεια αὐτή τοῦ Ἀδάμ τήν περιγράφει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος γράφοντας: «Ἀδάμ οὐκ ἠπατήθη, ἡ δέ γυνή ἀπατηθεῖσα ἐν παραβάσει γέγονε» (Α' Τιμ. 2,14).

Ὅμως ἡ προσπάθεια δέν ἦταν ἀρκετή καί ἀποδείχθηκε τελικά πώς ἡ ψυχολογία τοῦ Ἀδάμ, ἀντί νά ἐνισχυθῆ ἀπό τό πρόσωπο τῆς γυναίκας του, κατέρρευσε στή σχέση του μέ τήν Εὔα. Κατέρρευσε, μπερδεμένος στήν κτητικότητά του, στό φόβο καί στήν παθιασμένη «ἀγάπη» του, πού δέν ἄργησε νά δείξη τό ἀληθινό της πρόσωπο καί νά μετασχηματισθῆ μέ τήν πρώτη δοκιμασία σέ ἀντιπαλότητα, ἀντιπάθεια καί ὀργή ἐναντίον τῆς γυναίκας του τέτοια, ὥστε νά ἐπιρρίψη σ’ αὐτήν ὅλες τίς εὐθῦνες τῆς πτώσεώς του, συμπεριλαμβάνοντας τέλος καί τόν Θεό στή λίστα τῶν... ἐνόχων! Τά λόγια τοῦ Ἀδάμ εἶναι ἐνδεικτικά: «Ἡ γυνή ἥν ἔδωκας μετ’ ἐμοῦ, αὕτη μοι ἔδωκεν ἀπό τοῦ ξύλου καί ἔφαγον» (Γεν. 2,13).

Ἡ δημιουργία τῆς Εὔας καί ἡ ἀποτυχημένη σχέση τοῦ Ἀδάμ μέ αὐτήν ἔδειξαν πώς ὁ δρόμος γιά νά μοιάσουμε στόν Θεό εἶναι μακρύς. Γιατί τό νά μοιάσουμε στό Θεό σημαίνει πώς πρωτίστως πρέπει νά Τοῦ μοιάσουμε στό πῶς σχετίζεται Ἐκείνος μέ τά Ὁμοούσιά Του Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Τελικά, γίνεται ὁλοφάνερο ὅτι παρανόησαν οἱ πρωτόπλαστοι τό «καθ’ ὁμοίωσιν» καί δέν κατάλαβαν πώς ἡ σχέση τους μέ τόν Θεό πραγματοποιεῖται μόνο μέ τήν τέλεια μεταξύ τους σχέση. Νόμισαν ὅτι μπορεῖ ὁ καθένας τους, τραβῶντας τό δικό του “αὐτιστικό” δρόμο, χωρισμένοι μεταξύ τους, νά ἑνωθοῦν μέ τόν Θεό. Σ’ αὐτήν τήν πλανεμένη “συμβίωση” τούς βρῆκε ὁ διάβολος καί τούς “ἕνωσε” μέ τό δικό του τρόπο στήν παρακοή, διαλύοντάς τους! Ὁμοίωση μέ τόν Θεό σημαίνει νά Τοῦ μοιάσουμε στόν χαρακτήρα καί στόν τρόπο πού Αὐτός σχετίζεται.

Ὁ Θεός Πατήρ δέν ἀνταγωνίζεται τόν Θεό Υἱό οὔτε τόν Θεό Ἅγιο Πνεῦμα. Δέν θεωρεῖ ὁ Ἕνας κατώτερο τόν Ἄλλο. Ἀντιθέτως ὁ Ἀδάμ θεώρησε τόν ἑαυτό του ἀνώτερο ἀπό τήν Εὔα ἐπειδή παρασύρθηκε ἀπό τό ρόλο πού τοῦ ἀνέθεσε ὁ Θεός. Ὅπως, ὅμως, δέν ὑπάρχει ἀνωτερότητα καί κατωτερότητα στά Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος ἔτσι δέν ὑπάρχει ἀνωτερότητα καί κατωτερότητα καί στά δύο ἀνθρώπινα φύλα. Στά πρόσωπα τῶν ἀνδρῶν καί τῶν γυναικῶν. Ὑπάρχει μόνο ἰδιαίτερος λειτουργικός ρόλος.

Πρέπει κάποτε νά καταλάβουμε ὅλοι μας, πώς ἡ ἔμμονη ἰδέα τῆς “ἀνωτερότητος” καί τῆς “κατωτερότητος”, στήν ὁποία αἰῶνες τώρα σκοντάφτουμε, εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀνθρώπινης μυωπίας, τοῦ φόβου καί τῆς ψυχικῆς ταραχῆς καί συνεπάγεται πάντοτε ἤ παθιασμένους ξεκάρφωτους ἔρωτες ἤ κομπλεξικές ἀντιπαλότητες. Ποτέ, ὅμως, ἀληθινή σχέση καί ἀγάπη.

Τό συμπέρασμα εἶναι πώς μέ τήν τελική πτώση τῶν Πρωτοπλάστων ἀποδείχθηκε πώς ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα εἶχαν ἀντιστρέψει τούς ρόλους τους. Ὁ Ἀδάμ φοβήθηκε τή γυναῖκα καί ἀπό τό φόβο του τή λάτρεψε. Δέν τήν ἀγάπησε. Τή λάτρεψε. Καί αὐτή ἔγινε τό τρομαγμένο ἀφεντικό του, γιατί γεμάτη ἀνασφάλειες ἀπό τίς εὐθῦνες πού τῆς ξεφόρτωσε καί χωρίς τή στήριξη τοῦ ἄνδρα της δέν μπόρεσε νά σταθῆ σωστά στό ρόλο καί στό διακόνημα, πού τῆς ἀνέθεσε ὁ Θεός. Ἔτσι σιγά σιγά «οἱ ἄνδρες γεγόνασι γυναῖκες καί οἱ γυναῖκες ἄνδρες». Αὐτό στήν ἐποχή μας εἶναι ξεφωνημένο σέ ὑπερθετικό βαθμό...

Ὁ δρόμος τῆς συζητήσεώς μας εἶναι μακρύς. Μόλις τώρα ἄρχισε. Κάθε ἀρχή εἶναι δύσκολη καί ἰδίως ἡ ἀρχή τῆς Ἀρχῆς. Καταλαβαίνω πώς περισσότερα προβλήματα δημιούργησα μέ κάποιες τοποθετήσεις μου ἀπό ὅσα προσπάθησα νά διασαφηνίσω. Ὅμως, ὅταν ἕνα σπίτι συγυρίζεται ὅλα τά ἔπιπλα εἶναι ἄνω κάτω. Γι’ αὐτό πρέπει ὅλοι μαζί νά συμπορευθοῦμε καί νά συνεχίσουμε καί σέ ἄλλα τεύχη τοῦ περιοδικοῦ μας τήν καταγραφή τοῦ χρονικοῦ τῶν δύο φύλων. Μᾶς χρειάζεται. Γιά νά δοῦμε τί στράβωσε καί πῶς αὐτό μπορεῖ νά ἰσιώση. (Συνεχίζεται)

(πηγή: Περιοδικό «Ενοριακή Ευλογία», τεύχος 27)

Παρασκευή 17 Αυγούστου 2018

ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


(Πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος εφημέριος Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως Πειραιώς)

Η Υπεραγία Θεοτόκος προφητεύθηκε αιώνες πριν γεννηθεί. Γι' αυτό η ζωή της βρίσκεται στο κέντρο των αιώνων και αποτελεί «το περιήχημα της προφητικής αγγελίας, την οπτασία των προφητικών οραματισμών, το κέντρο της μεσσιανικής προσδοκίας». Απειράριθμες είναι οι παλαιοδιαθηκικές προτυπώσεις, που αναφέρονται στην «απείρανδρον Μητέρα του Εμμανουήλ». Στο παρόν άρθρο θα παρουσιάσουμε τις αντιπροσωπευτικότερες θεομητορικές παλαιοδιαθηκικές προφητείες.


Α) ΠΕΝΤΑΤΕΥΧΟΣ
Στο πρώτο βιβλίο της Αγίας Γραφής, την Γένεση, συναντούμε τον πρώτο συμβολισμό. Η Εδέμ προτυπώνει τη νοητή Εδέμ, που είναι η Παναγία, στους κόλπους της οποίας κατοικεί ο νέος Αδάμ, ο Χριστός.

Μετά την παράβαση των πρωτοπλάστων Αδάμ και Εύας, ο Χριστός, ως ο άσαρκος Λόγος, διαλέγεται με τους παραβάτες και λέγει στον αρχέκακο όφι, τον διάβολο: «Και έχθραν θήσω αναμέσον σου και αναμέσον της γυναικός και αναμέσον του σπέρματός σου και αναμέσον του σπέρματος αυτής. Και αυτός σου τηρήσει την κεφαλήν και συ τηρήσεις αυτού την πτέρναν»[1]. Δηλ. «Έχθρα θα βάλω ανάμεσα σ' εσένα και στη γυναίκα, κι ανάμεσα στο σπέρμα σου και στο σπέρμα της. Εκείνος θα σου συντρίψει το κεφάλι κι εσύ θα του πληγώσεις τη φτέρνα». Η γυναίκα, της οποίας το σπέρµα θα συντρίψει την κεφαλή του φιδιού, του διαβόλου, είναι η Παρθένος Μαρία και το σπέρµα της ο Χριστός. Πρόκειται για το γνωστό "πρωτευαγγέλιο".

Η βάτος η καιομένη και μη καταφλεγομένη, την οποία είδε ο προφήτης Μωϋσής στο όρος Χωρήβ, αποτελεί προεικόνιση της Υπεραγίας Θεοτόκου, η οποία ως άλλη βάτος ακατάφλεκτη κράτησε μέσα της «το καταναλίσκον πυρ της Θεότητος», χωρίς να καταστραφεί η παρθενία της. «Καταβάς όψομαι το όραμα το μέγα τούτο. Τί ότι η βάτος καίεται και ου κατακαίεται»;

Η Κυρία Θεοτόκος αποκαλείται από τον ίδιο τον Θεό γη αγία : «Μωυσή, Μωυσή, μη εγγίσης ώδε. Λύσον το υπόδημα εκ των ποδών σου. Ο γαρ τόπος, εν ω έστηκας, γη αγία εστί». Και ο προφήτης Δαυίδ την αποκαλεί γη : «Και εξουδένωσαν γην επιθυμητήν». Και αλλού : «Αλήθεια εκ της γης ανέτειλε και δικαιοσύνη εκ του Ουρανού διέκυψεν». Αλήθεια μεν την Παναγία ονομάζει ο προφήτης, εξαιτίας της αληθινής παρθενίας της, επειδή και προ τόκου και εν τόκω και μετά τόκον ήταν αληθώς παρθένος. Δικαιοσύνη δε τον Χριστό ονομάζει, επειδή είναι δικαιοκρίτης. Την μεν Παρθένο Μαριάμ την ονομάζει γη, επειδή καταγόταν από τη γη ως άνθρωπος, τον δε Χριστό «εκ του Ουρανού», διότι καταγόταν από τους Ουρανούς, όχι ως άνθρωπος, αλλ' ως Θεός.

Οι πλάκες του Δεκαλόγου, που ήταν γραμμένες με το δάκτυλο του Θεού, παραπέμπουν στην Υπεραγία Θεοτόκο, η οποία είναι ο πνευματικός τόμος, πάνω στον οποίο καταγράφηκε το πρόσωπο και το έργο του Χριστού.

Η ολόφωτη νεφέλη και ο πύρινος στύλος, που φώτιζαν τους Ισραηλίτες ημέρα και νύκτα «δείξαι αυτοίς την οδόν» προς τη γη της επαγγελίας, προεικονίζουν την Υπεραγία Θεοτόκο.

Η Κιβωτός του Νώε συμβολίζει την Παρθένο, η οποία φυλάσσει στα σπλάχνα της την απαρχή της Καινής κτίσεως. Κιβωτός ονομάζεται η Παρθένος και από τον προφήτη Δαυίδ : «Ανάστηθι, Κύριε, εις την ανάπαυσίν σου, συ και η κιβωτός του αγιάσματός σου».

Η σκηνή του πατριάρχου Αβραάμ είναι σύμβολο της Θεοτόκου, στην οποία κατεσκήνωσε ο Λόγος του Θεού.

Η κλίμαξ, την οποία είδε ο πατριάρχης Ιακώβ[2] να ενώνει τον ουρανό με τη γη, προτυπώνει τη Θεοτόκο, η οποία ως μυστική κλίμαξ ένωσε τον ουρανό με τη γη. Διά μέσου αυτής ο Θεός κατέβηκε στη γη, για να ανεβάσει «εις την άνω ζωήν το ανθρώπινον». Ο Ιακώβ, επίσης, αποκάλεσε την Πάναγνο Τόπο, λέγοντας : «Ως φοβερός ο τόπος ούτος»! Το ίδιο και ο προφήτης Ιεζεκιήλ : «Και ανέλαβον πνεύμα και ήκουσα καθόπισθέν μου φωνής σεισμού μεγάλου, λεγούσης˙ Ευλογημένη η δόξα Κυρίου εκ του τόπου τούτου». Και ο προφητάναξ Δαυίδ : «Ου δώσω ύπνον τοις οφθαλμοίς μου και τοις βλεφάροις μου νυσταγμόν, έως ου εύρω τόπον τω Κυρίω».

Η χρυσή στάμνα, που περιείχε το μάννα[3], προεικονίζει τη Θεοτόκο, η οποία ως άλλη χρυσή στάμνα έφερε μέσα της τον Ιησού, που είναι «ο άρτος της ζωής, ο εκ του ουρανού καταβάς».

Η επτάφωτη λυχνία, που έκαιε στη σκηνή του μαρτυρίου και στο ναό του Σολομώντα, προτυπώνει τη Θεοτόκο, από την οποία έλαμψε ο Χριστός, «το φως το αληθινόν, το φωτίζον και αγιάζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον». Φαεινή λυχνία είναι η Θεοτόκος, «η μητέρα του φωτός». Η λυχνία προτυπώνει την τέλεια καθαρότητα και αγνότητα της Παρθένου. Το ίδιο υπονοεί και η εγκωμιαστική φράση του Άσματος των Ασμάτων : «ιδού ει καλή... όλη κα­λή ει, η πλησίον μου, και μώμος ουκ έστιν εν σοί. Ανάστα η πλησίον μου και ελθέ πρός με». Στο ίδιο κείμενο η μοναδική τέλεια περιστερά και εκλεκτή της μητέρας της είναι η Παρθένος Μαρία, που κατέκτησε την τελείωση και έγινε αιώνιο πρότυπο προς μίμηση.

Η ράβδος του Ααρών[4], που βλάστησε, προκαταγγέλει τη Θεοτόκο, που φύτρωσε από τη ρίζα του γενεαλογικού δένδρου του Ιεσσαί. Ράβδο, επίσης, την αποκαλεί και ο προφήτης Ησαΐας : «Εξελεύσεται ράβδος εκ της ρίζης Ιεσσαί». Η Κυρία Θεοτόκος, κατά τον αυτόν προφήτη, λέγεται ρίζα : «Και έσται η ρίζα του Ιεσσαί και ο ανιστάμενος εξ αυτής άρχειν εθνών».


Β) ΨΑΛΜΟΙ
Ο προφητάναξ Δαυίδ αποκαλεί την Παναγία Σιών : «Ήξει εκ Σιών ο ρυόμενος και αποστρέψει ασεβείας από Ιακώβ». Και αλλού : «Εξελέξατο Κύριος την Σιών, ηρετίσατο αυτήν εις κατοικίαν εαυτώ». Η Παναγία λέγεται ελαία, κατά την μαρτυρία του ιδίου προφήτου, ο οποίος μιλά ως εκ προσώπου της Παναγίας : «Εγώ δε, ωσεί ελαία κατάκαρπος εν τω οίκω του Θεού, ήλπισα επί το έλεος αυτού». Επίσης, η Παρθένος ονομάζεται Μήτηρ, κατά τον αυτόν προφήτη : «Μήτηρ Σιών ερεί άνθρωπος». Λέγεται, επιπροσθέτως, Βασίλισσα : «Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου», Θυγάτηρ : «Άκουσον θύγατερ και ίδε και κλίνον το ους σου και επιλάθου του λαού σου και του οίκου του Πατρός σου». Θυγάτηρ την ονομάζει και ο Σολομών στις Παροιμίες του : «Πολλαί θυγατέρες εποίησαν δύναμιν, συ δε υπέρκεισαι και υπερήρας πάσας». Αλλοίωσις : «Αύτη η αλλοίωσις της δεξιάς του Υψίστου», Ημέρα και Νυξ : «Ημέρα τη ημέρα ερεύγεται ρήμα και νυξ νυκτί αναγγέλλει γνώσιν», Ουρανός : «Εξ ουρανού επέβλεψεν ο Κύριος» και «Ο ουρανός του ουρανού τω Κυρίω, την δε γην έδωκε τοις υιοίς των ανθρώπων», Ανατολή : «Αι βασιλείαι της γης, άσατε τω Θεώ, ψάλατε τω Κυρίω τω επιβεβηκότι επί τον ουρανόν του ουρανού κατά ανατολάς», Δύση : «Οδοποιήσατε τω επιβεβηκότι επί δυσμών», Ήλιος : «Εν τω ηλίω έθετο το σκήνωμα αυτού», Πόλη : «Δεδοξασμένα ελαλήθη περί σου η πόλις του Θεού» και «του ποταμού τα ορμήματα ευφραίνουσι την πόλιν του Θεού».

Η Παναγία είναι, επίσης η «κόρη του βασιλέως», η κεκοσμημένη με θείες και ανθρώπινες αρετές, γι' αυτό και είναι η μόνη, που μπορεί να γίνει κατοικία του Θεού.

Σύμφωνα με το Άσμα Ασμάτων, η Θεοτόκος λέγεται Φορείο, δηλ. βαστακτήριο : «Φορείον εποίησεν εαυτώ ο βασιλεύς Σολομών από ξύλων του λιβάνου», Κλίνη : «Ιδού η κλίνη Σολομών, εξήκοντα δυνατοί κύκλω από δυνατών Ισραήλ», Νύμφη : «Δεύρο από λιβάνου Νύμφη», Αδελφή : «Τι εκωλύθησαν οι οφθαλμοί σου αδελφή μου νύμφη»; Κήπος και Πηγή : «Κήπος κεκλεισμένος και πηγή εσφραγισμένη».

Γ) ΠΡΟΦΗΤΕΣ
Ο προφήτης Αββακούμ την χαρακτηρίζει Θαιμάν : «ο Θεός από Θαιμάν ήξει» και Όρος : «Και ο άγιος εξ όρους κατασκίου δασέως»[5]. Όρος, επίσης, την αποκαλεί ο προφήτης Δανιήλ, απευθυνόμενος προς τον Ναβουχοδονόσορα : «Εθεώρεις, βασιλεύ, ότι ετμήθη λίθος εξ όρους άνευ χειρός»; Αλλά, και ο προφήτης Δαυίδ : «Το όρος, ο ευδόκησεν ο Θεός κατοικείν εν αυτώ».

Η προφητεία του μεγολοφωνοτάτου προφήτου Ησαΐου, «Ιδού η Παρθένος, εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ, ο εστι μεθερμηνευόμενον μεθ΄ημών ο Θεός»[6], αναφέρεται στη Θεοτόκο, που συνέλαβε και γέννησε τον Χριστό. Επίσης, η Υπεραγία Θεοτόκος χαρακτηρίζεται από τον ίδιο προφήτη ως «θρόνος υψηλός και επηρμένος» : «είδον τον Κύριον καθήμενον επί θρόνου υψηλού και επηρμένου», καθώς και «ανθρακοφόρος λαβίς»[7]. Ο πέμπτος Ευαγγελιστής, προφήτης Ησαΐας, την αποκαλεί, επίσης, Βιβλίο : «Και έσται μετά τα ρήματα ταύτα, ως οι λόγοι του βιβλίου του εσφραγισμένου», Τόμο : «Και είπε Κύριος προς με˙ Λάβε σεαυτώ τόμον καινόν», Λαβίδα : «Και απεστάλη προς με εν των Σεραφίμ και είχεν εν τη χειρί αυτού λαβίδα και εν αυτή άνθραξ», Προφήτη : «Και προσήλθον προς την προφήτιν και εν γαστρί έλαβε» και Νεφέλη : «Ιδού Κύριος κάθηται επί νεφέλης κούφης και ήξει εις Αίγυπτον».

Θεομητορική προτύπωση αποτελεί, επίσης, και ο πόκος του Γεδεών. Όπως δηλ. ο πόκος δέχθηκε μόνον αυτός τη νυχτερινή δρόσο, έτσι και η Παναγία δέχθηκε τη δρόσο της ενεργείας του Θεού, με την οποία έσβησε η πλάνη, στην οποία είχε περιπέσει μεταπτωτικά η ανθρωπότητα. Και ο προφητάναξ Δαυίδ λέγει : «Καταβήσεται ως υετός επί πόκον και ωσεί σταγών η στάζουσα επί την γην».

Η προφητεία του προφήτου Ιεζεκιήλ για την «κατά ανατολάς κεκλεισμένην πύλην»[8] προτυπώνει την παρθενική μήτρα, από την οποία θα διέλθει μόνον ο Χριστός και έκτοτε θα παραμείνει για πάντα «κεκλεισμένη». Εδώ γίνεται λόγος για το αειπάρθενο της Υπεραγίας Θεοτόκου. Η Θεοτόκος υπήρξε παρθένος «προ τόκου, εν τόκω και μετά τόκον». «Η πύλη αύτη κεκλεισμένη έσται, ουκ ανοιχθήσεται, ου μη διέλθη τις δι'αυτής». Το ίδιο υπονοείται και με τις φράσεις «κήπος κεκλεισμένος, πηγή εσφραγισμένη». Ο ίδιος προφήτης την αποκαλεί Κεφαλή : «Και ιδού χειρ εκτεταμένη προς με και εν αυτή κεφαλή», Όραση : «Είδον όρασιν πυρός και το φέγγος αυτού κύκλω, ως όρασις τόξου», «Αύτη η όρασις ομοιώματος δόξης Κυρίου», Ήλεκτρο: «Και είδον ως όψιν ηλέκτρου, όρασιν πυρός», Πλίνθο : «Υιέ ανθρώπου, λάβε σεαυτόν πλίνθον καινόν».

Προεικόνιση του Θεομητορικού μυστηρίου αποτελούν οι Τρεις Παίδες «εν καμίνω». Όπως τους Τρεις Παίδες διέσωσε από τη φωτιά «ο τόκος της Θεοτόκου», ο οποίος μετέτρεψε τη φλόγα της καμίνου σε δρόσο, κατά παρόμοιο τρόπο και η παρθενική μήτρα της Θεοτόκου, αν και δέχθηκε το πυρ της Θεότητος, έμεινε άφθαρτη και αλώβητη.

Τέλος, η προφητική ρήση του βιβλίου του προφήτου Δανιήλ, «εθεώρεις έως ου ετμήθη λίθος εξ όρους άνευ χειρών»[9], αναφέρεται στην Υπεραγία Θεοτόκο. Το βουνό, από το οποίο είδε ο Ναβουχοδονόσωρ να κόβεται το λιθάρι χωρίς χέρι ανθρώπου, προτυπώνει την Παναγία, η οποία ως όρος αλάξευτο έδωσε την καθαρή σάρκα της, για να γεννηθεί ο Θεάνθρωπος. Η Θεοτόκος γέννησε τον Σωτήρα του κόσμου, χωρίς να υποστεί οποιαδήποτε ρήξη. Τόσον η σύλληψη όσον και η κύηση υπήρξε άφθορη[10].

[1] Γεν. 3,15.

[2] Γεν. 28, 12.

[3] Έξ. 16, 33.

[4] Αρ. 17, 23.

[5] Αβ. 3, 3.

[6] Ησ. 7, 14.

[7] Ησ. 6, 1 και 6.

[8] Ιεζ. 44, 1-2.

[9] Δαν. 2, 34.

[10] ΜΟΝΑΧΟΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ΥΠΟΔΙΑΚΟΝΟΣ ΣΤΟΥΔΙΤΗΣ, Θησαυρός, εκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2004, σσ. 186-188.

--------------------------------------------------------------
 πηγή