(Αρχιμ. Ανανίας Κουστένης)
Έζησε και έλαμψε τον 3ο αιώνα στην Αντιόχεια τη μεγάλη, της Συρίας. Είχε φιλία μ’ έναν ιερέα. Τον Σαπρίκιο. Τόσο μεγάλη φιλία, που κατέστη παροιμιώδης. Αλλά υπάρχει κι ο σατανάς. Και μπήκε ανάμεσά τους το κακό και τους έφερε τέτοια έχθρα, που δεν ήθελε αρχικά ο ένας να δει τον άλλον. Ο Νικηφόρος, όμως, ήταν καλόψυχος και καλοπροαίρετος. Δεν κράταγε πολύ την κακία. Είχε εύκολο το χείλος αλλ’ όχι κακή την καρδιά. Μαλάκωσε, λοιπόν, ο Νικηφόρος, η ψυχούλα αυτή, και έβανε ανθρώπους, να τα φτιάξουν με τον ιερέα Σαπρίκιο. Εκείνος, όμως, δεν δεχότανε. Και λειτουργούσε με την μνησικακία. Που δεν είναι καλό αυτό, λέει το ευαγγέλιο.