Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ

Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΜΑΣ
Κάντε "κλικ" στην εικόνα και δείτε φωτογραφίες από την λιτάνευση του Επιταφίου μας

ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΦΥΛΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΓΕΝΕΣΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΠ. ΠΑΥΛΟ

ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΦΥΛΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΓΕΝΕΣΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΠ. ΠΑΥΛΟ
Κάντε "κλικ" στην εικόνα
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κυριακοδρόμιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κυριακοδρόμιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018

Η αγάπη ενώνει τους ανθρώπους (Ομιλία στην Β΄ Κυριακή Λουκά)



(Ιερά Μητρόπολις Σερβίων και Κοζάνης)

«Εἶπε ὁ Κύριος· Ὅπως θέλετε νὰ σᾶς συμπεριφέρονται οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο νὰ συμπεριφέρεστε καὶ σεῖς σ᾽ αὐτούς. Καὶ ἐὰν ἀγαπᾶτε αὐτοὺς ποὺ σᾶς ἀγαποῦν, ποιὰ χάρη εἶναι σὲ σᾶς; Γιατί καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀγαποῦν αὐτοὺς ποὺ τοὺς ἀγαποῦν. Καὶ ἐὰν κάνετε καλὸ σὲ κείνους ποὺ σᾶς κάνουν καλό, ποιὰ χάρη εἶναι σὲ σᾶς; Γιατί καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ ἴδιο κάνουν. Καὶ ἐὰν δανείζετε σὲ κείνους ποὺ ἐλπίζετε ὅτι θὰ τὰ πάρετε, ποιὰ χάρη εἶναι σὲ σᾶς; Γιατί καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ δανείζουν στοὺς ἁμαρτωλούς, γιὰ νὰ πάρουν τὰ ἴσα· Ἐσεῖς ὅμως νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας, καὶ νὰ κάνετε τὸ καλό, καὶ νὰ δανείζετε χωρὶς νὰ ἐλπίζετε νὰ πάρετε τίποτα πίσω, καὶ θὰ εἶναι ὁ μισθός σας μεγάλος, καὶ θὰ εἶστε υἱοὶ τοῦ Ὑψίστου, διότι αὐτὸς εἶναι καλὸς στοὺς ἀχάριστους καὶ πονηρούς. Νὰ γίνετε, λοιπὸν, φιλεύσπλαγχνοι, ὅπως καὶ ὁ Πατέρας σας ὁ οὐράνιος εἶναι φιλεύσπλαγχνος».

Σήμερα, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς διδάσκει ποιὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ συμπεριφορά μας μέσα στὸν κόσμο πρὸς τοὺς ἄλλους συνανθρώπους μας. Κάθε φορὰ ποὺ θέλουμε νὰ κάνουμε κάτι στὸ συνάνθρωπό μας νὰ βάζουμε στὴ θέση του τὸν ἑαυτό μας· ἐὰν ἤμασταν ἐμεῖς στὴ θέση αὐτὴ, πῶς θὰ θέλαμε νὰ μᾶς συμπεριφερθοῦν οἱ ἄλλοι, καὶ αὐτὸ νὰ κάνουμε· ὅ,τι πράττουμε γιὰ τὸν ἄλλο νὰ τὸ πράττουμε σὰν νὰ ἦταν ὁ ἑαυτός μας, σὰν νὰ τὸ ἔκανε ὁ ἄλλος γιὰ μᾶς. Διότι ὁ συνάνθρωπος μας εἶναι καὶ αὐτὸς σὰν καὶ μᾶς, ποὺ θέλει καὶ αὐτὸς τὸ καλὸ γιὰ τὸν ἑαυτό του ὅπως καὶ μεῖς γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Γιατί αὐτὸ ποὺ κάνουμε ἐμεῖς γιὰ τοὺς ἄλλους τὸ ἴδιο θὰ ἔρθει καὶ σὲ μᾶς. Ποτὲ νὰ μὴν κάνουμε τὸ κακό, ἀλλὰ πάντοτε τὸ καλό, καὶ μόνο τὸ καλό. Καὶ ἐὰν οἱ ἄνθρωποι δὲν τὸ βλέπουν, τὸ βλέπει ὁ Θεὸς.

Ὁ Κύριος μᾶς θέλει ἐργάτες τοῦ καλοῦ· νὰ ἀγαπᾶμε ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, χωρὶς διακρίσεις, γιατί ἡ ἀγάπη δὲν ξεχωρίζει τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ τοὺς ἑνώνει· συμφιλιώνει φίλους καὶ ἐχθρούς, γνωστοὺς καὶ ξένους. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε παιδιὰ τοῦ ἑνὸς Θεοῦ, καὶ ὅτι ὁ Χριστὸς ἦλθε στὴ γῆ γιὰ νὰ σώσει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ὅλοι ἤλθαμε σ᾽αὐτὸν τὸν κόσμο μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, καὶ μία μέρα πάλι θὰ φύγουμε ἀπ᾽ αὐτόν· ὁ θάνατος εἶναι κοινὸς σὲ ὅλους· κανεὶς ποὺ ἦλθε ’δῶ δὲν ἔμεινε γιὰ πάντα, ἀλλὰ ὅλοι πέθαναν, ὅπως καὶ μεῖς ὅλοι θὰ πεθάνουμε κάποτε. Ὁ θάνατος εἶναι τὸ μόνο βέβαιο γιὰ τὸν ἄνθρωπο σ᾽ αὐτὸν τὸν κόσμο, καὶ κάποια μέρα θὰ ἔλθει, ἀλλὰ καλῶς νὰ μᾶς εὔρει.

Νὰ μὴν ξεχωρίζουμε ποτὲ τοὺς ἑαυτούς μας ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ νὰ συμπεριφερώμαστε μὲ ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ἀρετὴ τῶν ἀρετῶν καὶ ἡ ἀνωτερότητα τοῦ ἀνθρώπου ποὺ τὸν καταξιώνει ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη καὶ θέλει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἔχει ἀγάπη· χωρὶς τὴν ἀγάπη δὲν κάνουμε τίποτα. Ὅσες ἀρετὲς ἄλλες καὶ ἄν ἔχουμε ἐὰν δὲν ἔχουμε ἀγάπη δὲν εἴμαστε τίποτα. Ἡ ἀγάπη κατέβασε τὸ Θεὸ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ τὸν ἔκαμε τέλειο ἄνθρωπο καὶ σταυρώθηκε γιὰ μᾶς. Ἡ ἀγάπη ἀνεβάζει τὸν ἄνθρωπο στὸν οὐρανὸ καὶ τὸν κάνει κατὰ χάρη Θεό. Ἡ ἀγάπη κάνει τὸ καλὸ σ᾽ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ δανείζει ἐκεῖ ὅπου δὲν περιμένει νά τὰ ξαναπάρει. Ἐὰν εἴχαμε ἀγάπη δὲν θὰ μᾶς ἔλειπε τίποτα, γιατί ὅλοι θὰ δίναμε ἀπ᾽τὰ δικά μας· τώρα ὅμως μᾶς λείπουν πολλὰ γιατί μᾶς λείπει ἡ ἀγάπη.

Ἡ ἀγάπη μᾶς κάνει νὰ ἀγαποῦμε ἀκόμα καὶ τοὺς ἐχθρούς· τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔχασαν τὴν ἀγάπη καὶ μᾶς ἔκαμαν κακό. Ἔγιναν ἐχθροὶ ὄχι γιατί γεννήθηκαν τέτοιοι, ἀλλὰ γιατί ἔχασαν τὴν ἀγάπη, καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος χάσει τὴν ἀγάπη, μεγάλο κακὸ μπορεῖ νὰ προκαλέσει στὸ συνάνθρωπό του. Ἐὰν λοιπὸν κάποιος μᾶς ἔκανε κακὸ καὶ ἔγινε ἐχθρός μας, ἔγινε ὅλο αὐτὸ γιατί δὲν εἶχε ἀγάπη. Ἐὰν καὶ μεῖς τώρα χάσουμε τὴν ἀγάπη μας καὶ θελήσουμε νὰ τὸν ἐκδικηθοῦμε τότε τὸ κακὸ ὄχι μόνο δὲν θὰ σταματήσει, ἀλλὰ καὶ θὰ αὐξηθεῖ γιατί καὶ μεῖς θὰ παρασυρθοῦμε στὸ κακὸ καὶ στὴν ἁμαρτία. Τὸ κακὸ καὶ ἡ ἔχθρα δὲν σταματοῦν μὲ τὴν ἐκδίκηση, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀγάπη, γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ἐδῶ: «πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν», τοὺς ἀνθρώπους ποὺ σᾶς ἔκαμαν κακό.

Καὶ γιὰ παράδειγμα ὁ Κύριος μᾶς ἔφερε τὸν ἴδιο τὸν οὐράνιο Πατέρα του, ποὺ μοιράζει τὰ καλά του καὶ στοὺς ἀχάριστους καὶ στοὺς πονηρούς, ὅπως καὶ στοὺς καλούς. Δίνει τὰ πολλὰ ἀγαθά του ὁ Πανάγαθος σ᾽ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἴσα, καὶ σ᾽ αὐτοὺς ποὺ τὸν δοξάζουν καὶ σ᾽ αὐτοὺς ποὺ τὸν ὑβρίζουν καὶ παραβαίνουν συνεχῶς τὸ θεῖο νόμο του.

Αὐτὴ τὴν ἀγάπη θέλει ὁ Κύριος καὶ ἀπὸ μᾶς· νὰ ἀγαπᾶμε ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἴσα· καὶ αὐτοὺς ποὺ μᾶς κάνουν τὸ καλὸ καὶ αὐτούς, ποὺ μᾶς κάνουν τὸ κακό· νὰ εἴμαστε φιλεύσπλαγχνοι στοὺς ἄλλους καὶ ὄχι σκληρόκαρδοι καὶ ἐκδικητικοί. Ἐὰν ἔχουμε τέτοια ἀγάπη, θὰ γίνουμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, «υἱοὶ τοῦ Ὑψίστου», καὶ κληρονόμοι τῆς οὐράνιας βασιλείας τοῦ Χριστοῦ, «ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Ἀμήν.

π. Γ.Δ.Σ.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

----------------------------------------------

Κυριακή 19 Ιουνίου 2016

Ποιὲς μεταβολὲς ἔγιναν κατὰ τὴν Πεντηκοστή;

Ἀποφάσισαι εἰς τό ἑξῆς νά μή ἀφήνῃς νά εὔγουν ἀπό τό στόμα σου λόγια σαπρά, λόγια γελοιώδη καί μάταια, ἀλλά ὠφέλιμα καί σωτηριώδη πρός οἰκοδομήν τῶν ἀκουόντων, καθώς σοῦ παραγγέλει ὁ Ἀπόστολος· «πᾶς λόγος σαπρός ἐκ τοῦ στόματος ἡμῶν μή ἐκπορευέσθω, ἀλλ᾿ εἴτις ἀγαθός πρός οἰκοδομήν ἵνα δῷ χάριν τοῖς ἀκούουσιν» (Ἐφεσ. δ´ 29)· διότι ὁ λόγος εἶναι σκιά τοῦ ἔργου, καθώς εἶπεν ἕνας σοφός (Οὗτος ἐστίν ὁ Δημόκριτος εἰπών· «λόγος ἔργου σκιή»)· καί οἱ λόγοι οἱ κακοί προξενοῦν καί τά ἔργα τά κακά, καθώς καί ἐκ τοῦ ἐναντίου οἱ λόγοι οἱ καλοί προξενοῦν καί τά ἔργα τά καλά.  


(Του Ἁγίου Νικοδήμου του Ἁγιορείτου)
Εἰς τήν Πεντηκοστήν, κατά τήν ὁποίαν ἐνήργησε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον εἰς τούς Ἀποστόλους

Α´. Μεταβολήν τοῦ νοῦ.
Β´. Μεταβολήν τῆς καρδίας.
Γ´. Μεταβολήν τῆς γλώσσης.


Α΄
Συλλογίσου ἀγαπητέ, πῶς τό Πανάγιον Πνεῦμα ὅταν κατέβη εἰς τό ὑπερῷον ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν, ὡσάν ἕνας σφοδρότατος ἄνεμος καί βροντή, ἐγέμισεν ὅλον τόν οἶκον, εἰς τόν ὁποῖον ἦσαν καθήμενοι οἱ θεῖοι Ἀπόστολοι καί ἐπροσηύχοντο· «καί ἐπλήρωσε τόν οἶκον, οὗ ἦσαν καθήμενοι» (Πραξ. β´. 2)· καί τόν ἔκαμεν ὡσάν μίαν κολυμβήθραν, ὡς λέγει ὁ Θεσσαλονίκης Γρηγόριος, διά νά βαπτίσῃ τούς Ἀποστόλους μέ τήν θείαν χάριν του, περί τοῦ ὁποίου τούτου βαπτίσματος προεῖπεν εἰς αὐτούς ὁ Κύριος· «ὑμεῖς δέ βαπτισθήσεσθε ἐν Πνεύματι ἁγίῳ οὐ μετά πολλάς ταύτας ἡμέρας (Πράξ. α´ 5). Ἐπλήρωσε δέ τόν οἶκον, οὗ ἦσαν καθήμενοι, κολυμβήθραν αὐτόν ἀπεργαζομένη πνευματικήν, καί πληροῦσα τήν τοῦ Σωτῆρος ἐπαγγελίαν, ἥν καί αὐτήν ἀναλαμβανόμενος πρός αὐτούς ἔλεγεν, ὅτι Ἰωάννης μέν ἐβάπτισεν ὕδατι, ὑμεῖς δέ βαπτισθήσεσθε ἐν Πνεύματι ἁγίῳ…ἀλλά καί τήν κλῆσιν ἥν αὐτοῖς ἐπέθηκεν, ἐπαληθεύουσαν ἔδειξε· διά γάρ τοῦ ἐξ οὐρανοῦ τούτου ἤχου, ὄντως υἱοί βροντῆς γεγόνασιν οἱ Ἀπόστολοι» (Λόγος εἰς τήν Πεντηκ.) Τότε δή τότε αὐτό τό Πανάγιον Πνεῦμα ἐνήργησεν εἰς τούς Ἀποστόλους τρεῖς μεταβολάς (καί αὐταί αἱ μεταβολαί εἶναι κυρίως ὁ καρπός καί τῶν παρόντων πνευματικῶν γυμνασμάτων).

Ἡ α´ μεταβολή ἦτο τοῦ νοός τῶν Ἀποστόλων, ἡ ὁποία μετέβαλεν εἰς αὐτούς ἐκείνας τάς πρώτας ἰδέας ὅπου εἶχον περί τῶν πράγματων τοῦ κόσμου τούτου καί τούς ἔκαμε νά γνωρίσουν καθαρά τό ταπεινόν καί μάταιον τῶν παρόντων ἀγαθῶν, καί ἐξεναντίας νά γνωρίσουν τό μεγαλεῖον καί αἰώνιον τῶν μελλόντων, ὥστε ἐκεῖνοι οἱ ἴδιοι ὅπου ὀλίγον προτήτερα φιλονικοῦσαν ἀναμεταξύ τους ποῖος ἀπό αὐτούς νά ἦτο ὁ πρῶτος καί μεγαλύτερος· «ἐγένετο δέ καί φιλονικία ἐν αὐτοῖς τό τίς αὐτῶν δοκεῖ εἶναι μείζων» (Λουκ. κβ´ 24). Ὕστερα ἀφ᾿ οὗ ἔλαβαν τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ἐμετροῦσαν διά μεγάλην εὐτυχίαν, τό νά εἶναι μικρότεροι ἀπό ὅλους· τό νά καταφρονοῦνται ἀπό ὅλους διά τόν Χριστόν καί τό νά λογίζωνται ἀσθενεῖς, μωροί, ἄτιμοι, ὄνειδος, σκύβαλα καί σκουπίδια τοῦ κόσμου καί τῶν ἀνθρώπων· «ἡμεῖς μωροί διά Χριστόν, ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ἡμεῖς ἄτιμοι, ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγεννήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι» (Α´ Κορ. δ´ 10).

Τώρα ἀδελφέ στοχάσου ἀνίσως ἔγινε καί εἰς ἐσέ αὐτή ἡ μεταβολή τοῦ νοός διά μέσου τούτων τῶν πνευματικῶν γυμνασμάτων ὅπου ἀνάγνωσες καί ἕως εἰς ποῖον βαθμόν ἔφθασες, διότι ἀνίσως καί ἕως τώρα ἐνόμισες ἕνα μεγάλον καλόν, τό νά σέ τιμοῦν καί νά σέ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι εἰς ὑπόληψιν, τό νά ζῇς εἰς τήν καρδίαν πάντων, ἤγουν τό νά σέ ἀγαποῦν ὅλοι, τό νά γυρεύης πάντοτε καινούργιαις ἡδοναῖς καί νά ἐξοδεύης εἰς αὐταῖς τόν καιρόν ὅπου σοῦ ἐδόθη διά νά κερδίσης τά αἰώνια ἀγαθά καί τό νά ζῇς μέ τέλη καί ἀντιρρήσεις κοσμικάς, φανερόν εἶναι ὅτι ὁ νοῦς σου ὡδηγεῖτο ἕως τώρα ἀπό τό πνεῦμα τοῦ κόσμου καί ὄχι ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί πρέπει διά τοῦτο νά λυπῆσαι καί νά μετανοῇς διότι ἀπέθανεν ὁ Χριστός καί ἀνέστη καί ἀνελήφθη εἰς τούς οὐρανούς, ὄχι διά νά σοῦ δώσῃ τό πνεῦμα τοῦ κόσμου, ἀλλά διά νά σοῦ δώσῃ τό Πνεῦμα τό ἰδικόν του καί ἐσύ μέ τήν κακήν ζωήν ὅπου ἔζησες δέν ἔγινες δεκτικός τοῦ θείου του Πνεύματος· «ἡμεῖς δέ οὐ τό πνεῦμα τοῦ κόσμου ἐλάβομεν, ἀλλά τό πνεῦμα τό ἐκ τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. β´ 12). Πρέπει ὅμως ἀπό τώρα καί ὕστερα νά εἶσαι ἀποφασισμένος νά κάμνης ὅλα τά ἐναντία, ἤγουν νά ὁδηγῆσαι μέ τάς διδασκαλίας τοῦ Εὐαγγελίου καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί νά μή λογιάζῃς ἄλλην τιμήν, παρά ἐκείνην ὅπου σέ μεγαλύνει ἐμπρός εἰς τόν Θεόν καί νά μή ψηφᾷς ἄλλο καλόν, παρά ἐκεῖνο ὅπου σοῦ προξενεῖ τήν ἀπόλαυσιν τοῦ Παραδείσου. Εἶναι καλόν σημάδι πῶς ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἄρχισε νά φωτίζῃ τόν νοῦν σου καί θέλει νά σέ μεταβάλῃ ἀπό ἐκεῖνον ὅπου ἤσουν εἰς ἄνδρα ἄλλον, καθώς εἶναι γεγραμμένον περί τοῦ Σαούλ· «καί ἐφαλεῖται ἐπί σέ Πνεῦμα Κυρίου, καί στραφήσῃ εἰς ἄνδρα ἄλλον» (Α´. Βασιλ. ι´. 6) καί πρέπει διά τοῦτο νά χαίρῃς καί νά εὐχαριστῇς τόν Κύριον ὅπου σέ ἐφώτισε μέ τό Ἅγιόν του Πνεῦμα, διά νά μή περιπατῇς πλέον ὡσάν νήπιος, ἀλλά ὡσάν ἄνδρας τέλειος· «ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐφρόνουν ὡς νήπιος ἐλογιζόμην· ὅτε δέ γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τά τοῦ νηπίου» (Α´. Κορ. ιγ´ 11)· καί διά νά μή ἀκολουθῇς πλέον τό φρόνημα τῆς σαρκός ὅπου εἶναι θάνατος ἀλλά τό φρόνημα τοῦ Πνεύματος ὅπου εἶναι ζωή· «τό γάρ φρόνημα τῆς σαρκός θάνατος· τό δέ φρόνημα τοῦ Πνεύματος, ζωή καί εἰρήνη» (Ρωμ. η´. 6).

Αἰσχύνθητι λοιπόν διά τήν περασμένην ζωήν ὅπου ἔζησες ὄχι ὡσάν οἰκεῖος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ὡσάν ξένος καί ἀλλότριος, μέ τό νά μή εἶχες τό Πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή κατά τόν Ἀπόστολον· «εἴτις Πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ οὐκ ἔχει οὗτος, οὐκ ἔστιν αὐτοῦ» (Ρωμ. η´ 9). Καί παρακάλεσαι ταπεινῶς τό Ἅγιον Πνεῦμα νά μεταβάλη τελείως τόν νοῦν σου εἰς τό θεῖον του θέλημα, φωτίζωντάς τον μέ τήν χάριν του. Ὄχι κατά τήν ἐπιφάνειαν ἀλλά κατά βάθος διά νά μή ὑστερηθῇς καί ἐσύ τόν φωτισμόν καί τήν χάριν του καί νά λέγῃς μέ τόν Δαβίδ· «καί τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου, καί αὐτό οὐκ ἔστι μετ᾿ ἐμοῦ» (Ψαλμ. λζ´ 10)· ἀλλά μᾶλλον νά λαμβάνης ἐπάνω εἰς τόν ἁμυδρότερον φωτισμόν, ἄλλον καθαρώτερον καί λαμπρότερον φωτισμόν καί νά λέγῃς· «ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς» (Ψαλμ. λε´ 10). Πῶς δέ νά συγκρατῇς τόν φωτισμόν τοῦτον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τόν νοῦν σου καί πῶς νά μή τόν ἀφήσῃς νά σβύσῃ; Ἄκουσον τί σοῦ λέγει ὁ θεῖος Χρυσόστομος· καθώς τό φῶς τοῦ λύχνου μέ τό λάδι ἀνάπτει καί συγκρατεῖται, καί ὅταν σωθῇ τό λάδι τότε σβύνει καί αὐτό, ἔτσι καί ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀνάπτει καί μᾶς φωτίζει, ὅταν ἔχωμεν καλά ἔργα, καί ἐλεημοσύνην εἰς τήν ψυχήν μας. Ὅταν δέ τά καλά ἔργα λείψουν καί ἡ ἐλεημοσύνη, ἀναχωρεῖ ἀπό ἡμᾶς καί τό φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· «καθάπερ γάρ τό λυχνιαῖον φῶς ἐλαίῳ κατέχεται καί ἀναλωθέντος τούτου, κᾀκεῖνο σβέννυται, οὕτω δή καί ἡ τοῦ Πνεύματος χάρις, παρόντων μέν ἡμῖν ἔργων ἀγαθῶν, καί ἐλεημοσύνης πολλῆς ἐπιχεομένης τῇ ψυχῇ, μένει καθάπερ ἐλαίῳ κατεχομένη ἡ φλόξ· ταύτης δέ οὐκ οὔσης, ἄπεισι καί ἀναχωρεῖ» (Τόμ. Θ´ λόγος 55). Καθώς καί τό Πνεῦμα Κυρίου ὅπου ἐδόθη εἰς τόν Σαούλ, ἀνεχώρησεν ἀπό λόγου του μέ τό νά μή εἶχε γνώμην ὀρθήν καί ἔργα θεάρεστα· «Πνεῦμα Κυρίου ἀπέστη ἀπό Σαούλ» (Α´. Βασιλ. ις´ 14)· διά τοῦτο καί ὁ Παῦλος παραγγέλει γράφων· «τό Πνεῦμα μή σβέννυτε» (Α´. Θεσσ. ε´ 19).

Λέγει γάρ ὁ μέγας Βασίλειος καί καθώς ἄλλη μέν θερμότης εὑρίσκεται εἰς τά σώματα καθ᾿ ἕξιν πολυχρόνιος, ἄλλη δέ κατά διάθεσιν ὀλιγοχρόνιος, ἔτσι καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, εἰς ἄλλους μέν παραμένει καθ᾿ ἕξιν διά τήν στρεότητα τῆς καλῆς των γνώμης, ὡς ἠκολούθησεν εἰς τόν Ἐλδάδ καί Μωδάδ, περί τῶν ὁποίων γράφουσιν οἱ ἀριθμοί, ὅτι ἐπροφήτευον πάντοτε· εἰς ἄλλους δέ μόνον εὑρίσκεται ὡς διάθεσις, καί γρήγορα ἀναχωρεῖ διά τό ἀστερέωτον τῆς γνώμης των, ὡς ἠκολούθησεν εἰς τόν Σαούλ καί εἰς τούς ἑβδομήκοντα πρεσβυτέρους, οἱ ὁποῖοι μίαν φοράν μόνον ἐπροφήτευσαν, καί ὕστερον ἔχασαν τῆς προφητείας τό χάρισμα. Ὡς ἐν σώμασιν ὑγίεια, ἤ θερμότης, ἤ ὅλως εὐκίνητοι διαθέσεις, οὕτω καί ἐν ψυχῇ πολλάκις ὑπάρχει τό πνεῦμα, τοῖς διά τό τῆς γνώμης ἀνίδρυτον εὐκόλως ἥν ἐδέξατο χάριν ἀπωθουμένοις οἷος ὁ Σαούλ καί οἱ πρεσβύτεροι οἱ ἑβδομήκοντα τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, πλήν τοῦ Ἐλδάδ καί Μωδάδ· «τούτοις γάρ μόνοις ἐκ πάντων φαίνεται παραμεῖναν τό Πνεῦμα· καί ὅλως εἴ τις τούτοις τήν προαίρεσιν παραπλήσιος» (Κεφ. κς´. Περί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος).


Β΄
Συλλογίσου ἀγαπητέ τήν β´. μεταβολήν ὅπου ἔκαμε τό Πανάγιον Πνεῦμα εἰς τήν καρδίαν τῶν Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι εἰς τήν ἀρχήν ἦσαν τόσον φιλόζωοι, τόσον φιλόσαρκοι, τόσον δειλοί, ὅπου διά νά φυλάξουν τήν ζωήν τους, ὁ ἕνας ἄφησε τόν διδάσκαλόν του εἰς τό πάθος καί ἔφυγε γυμνός· «καί εἷς τις νεανίσκος ἠκολούθει αὐτῷ περιβεβλημένος σινδόνα ἐπί γυμνοῦ… ὁ δέ καταλιπών τήν συνδόνα γυμνός ἔφυγεν ἀπ᾿ αὐτῶν» (Μαρκ. Ιδ´ 51. (Οὗτος ἦτο ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος, ὅστις ἐφόρει ἕνα μόνον ἱμάτιον εἰς ὅλην του τήν ζωήν, ὡς λέγει ὁ ἱερός Θεοφύλακτος), ὁ ἄλλος τόν ἠρνήθη καί ὅλοι οἱ ἄλλοι ἀνεχώρησαν· «καί ἀφέντες αὐτόν πάντες ἔφυγον». (Μαρκ. ιδ´. 51). Καί τόσον ἦσαν τρομαγμένοι ὡσάν λαγωοί ὅπου ἔστεκαν κεκλεισμένοι ἀπό τόν φόβον τους μέσα εἰς τό ὑπερῶον καί δέν ἐτόλμων νά εὔγουν ἔξω σχεδόν εἰς ὅλον τό διάστημα τῶν πεντήκοντα ἡμερῶν ὅπου ἐπέρασαν μετά τήν Ἀνάστασιν ἀλλ᾿ ἀφ᾿ οὗ κατέβη εἰς αὐτούς τό Ἅγιον Πνεῦμα, μετέβαλε τήν ἀσθένειαν τῆς καρδίας των εἰς ἀνδρείαν καί γενναιότητα. Ὅθεν εὐγῆκαν ἔξω ὡσάν τόσοι ἄφοβοι λέοντες καί ἐκήρυττον τόν ἐσταυρωμένον Ἰησοῦν ἐμπρός εἰς ὅλον τό πλῆθος τοῦ λαοῦ μέ μέτωπον ἀνοικτόν, μέ στῆθος ἀνδρειωμένον καί μέ τόλμην καί παρρησίαν χωρίς νά δειλιάσουν οὔτε ἀπό φοβερισμούς, οὔτε ἀπό δαρμούς, οὔτε ἀπό βάσανα καί μαρτύρια, οὔτε ἀπό τόν ἴδιον θάνατον· ἀλλ᾿ ἐπεθύμουν ταῦτα πάντα ὡς τρυφάς καί ξεφαντώματα καί ἔχαιρον ὑπερβολικά ὅταν τά ἐλάμβανον· «οἱ μέν οὖν ἐπορεύοντο χαίροντες ἀπό προσώπου τοῦ συνεδρίου, ὅτι ὑπέρ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ κατηξιώθησαν ἀτιμασθῆναι» (Πραξ. ε´. 41). Τότε ἤθελες ἰδεῖ ἐκεῖνον τόν δειλότατον καί φιλόζωον Πέτρον, ὅπου πρότερον δέν ἠδυνήθη νά ἀκούσῃ χωρίς φόβον οὔτε ἕνα ψιλόν λόγον ἑνός δυστυχισμένου κορασίου, πῶς ἐστάθη μέ τόσην ἀφοβίαν καί τόλμην καί ἐδημηγόρησε μεγαλοφώνως ἔμπροσθεν εἰς ἕνα μυριάριθμον πλῆθος ἀνθρώπων, χωρίς νά στοχάζεται πῶς εἶναι ὁλότελα ἄνθρωποι ἀλλά πῶς εἶναι κνώδαλα καί φυτά ἤ λίθοι, καί μέ τήν δημηγορίαν του εἵλκυσεν εἰς τήν πίστιν τοῦ Χριστοῦ τρεῖς χιλιάδας λαοῦ· «σταθείς δέ Πέτρος σύν τοῖς ἕνδεκα ἐπῆρε τήν φωνήν αὐτοῦ, καί ἀπεφθέγξατο αὐτοῖς» (Πράξ. β´. 14). Τότε ἤθελες ἰδῇ ἐκείνους τούς ἁλιεῖς καί ἀγραμμάτους πλουτισμένους ἀπό τόσην σοφίαν καί σύνεσιν, ὥστε νά κάμνουν τούς σοφούς καί γραμματισμένους νά ἐξίστανται καί νά ἀποροῦν· «καί καταλαβόμενοι, ὅτι ἄνθρωποι ἀγράμματοί εἰσι καί ἰδιῶται ἐθαύμαζον». (Πράξ. δ´ 13). Καί τοῦτο διατί; διότι ἔδωκεν εἰς τήν καρδίαν αὐτῶν χῦμα γνώσεως τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, καθώς εἶναι γεγραμμένον περί τοῦ Σολομῶντος· «καί ἔδωκε Κύριος φρόνησιν τῷ Σολομών καί χῦμα καρδίας» (Γ´ Βασιλ. δ´ 29)· καί διότι ἥψατο Κύριος καρδίας αὐτῶν ὡς γέγραπται» (Α´ Βασιλ. ι´ 26). Ὤ χάρις! ὤ ἐνέργεια! ὤ πῦρ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖον ὅταν μίαν φοράν ἀνάψῃ τήν καρδίαν, τούς λαγῳούς κάμνει λέοντας, τούς ἀδυνάτους δυνατούς, τούς ἀσόφους σοφούς, τούς πηλίνους κατασκευάζει πυρίνους καί τούς πρῴην ἀνδριάντας μεταβάλλει εἰς ἄνδρας τελείους. Καί τοῦτο εἶναι ἐκεῖνο ὅπου ὁ Θεός ὑπεσχέθη νά δώσῃ διά τοῦ Προφήτου Μιχαίου λέγων· «οὐκ ἔσται ὁ ἐπακούων αὐτῶν, ἐάν μή ἐγώ ἐμπλήσω ἰσχύν ἐκ Πνεύματος Κυρίου» (Μιχ. γ´ 8).

Τώρα καί ἐσύ ἀδελφέ ὅπου ἀναγινώκεις ταῦτα, στοχάσου, ἐάν ἔλαβες αὐτήν τήν γενναιότητα καί θέρμην εἰς τήν καρδίαν σου διά νά μή φοβῆσαι σάρκα, κόσμον καί κοσμοκράτορα, τοῦτο εἶναι σημεῖον πῶς μετεβλήθης ἀπό τό Πνεῦμα Κυρίου, καθώς εἶναι γεγραμμένον· «τότε μεταβαλεῖ τό Πνεῦμα καί διελεύσεται, καί ἐξιλάσεται· αὕτη ἡ ἰσχύς τῷ Θεῷ μου» (Ἀββακ. α´ 11). Στοχάσου, καί ἐάν ἐσύ προτήτερα ἐγύρευες μέ ὅλην τήν ὁρμήν τῶν ἐπιθυμιῶν σου τά ἀγαθά τοῦ κόσμου, τά πλούτη, τάς δόξας, τάς ἡδονάς καί ἐλόγιαζες ὅτι ἦτο μακαριώτερος ὅποιος εἶχεν ἀπό αὐτά τά ἀγαθά περισσότερα, ἤξευρε ὅτι ἕως τώρα ἦτο ἡ καρδία σου πεπαλαιωμένη, ἀναίσθητος καί πεπωρωμένη ὡσάν πέτρα ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ κόσμου καί τῆς σαρκός. Καί λυπήσου διά τοῦτο καί μετανόησον, πώς εἰς τόσους χρόνους τῆς ζωῆς σου, δέν ἔγινες ἄξιος νά λάβῃς διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μίαν καινούργιαν καρδίαν αἰσθητικήν τοῦ συμφέροντός σου, τήν ὁποίαν ὑπεσχέθη νά σοῦ δώσῃ ὁ Θεός· «καί δώσω ὑμῖν καρδίαν καινήν καί πνεῦμα καινόν δώσω ὑμῖν· καί ἀφελῶ τήν καρδίαν τήν λιθίνην ἐκ τῆς σαρκός ὑμῶν καί δώσω ὑμῖν καρδίαν σαρκίνην καί τό πνεῦμά μου δώσω ἐν ὑμῖν» (Ἰεζεκ. λς´. 26).

Ἐάν δέ τώρα γυρεύῃς ὅλα τά ἐναντία καί ἀντί νά ὑπερηφανεύεσαι διά τά πλούτη, ἐσύ περισσότερον ταπεινώνεσαι καί χαίρεις εἰς τήν πτωχείαν· ἀντί νά θέλῃς τάς τρυφάς καί τά ξεφαντώματα, ἐσύ ἀγαπᾷς τήν ὀλιγάρκειαν καί ἐγκράτειαν, ἤξευρε, ὅτι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἄρχισε νά μεταβάλῃ τήν καρδίαν σου εἰς ἄλλην καρδίαν, καθώς εἶναι γεγραμμένον περί τοῦ Σαούλ. «Καί ἐγενήθη ὥστε ἐπιστραφῆναι τῷ ὤμῳ αὐτοῦ ἀπελθεῖν ἀπό Σαμουήλ, μετέστρεψεν αὐτῷ ὁ Θεός καρδίαν ἄλλην». (Α´. Βασίλ. ι´. 9) Ὅθεν εὐφράνθητι καί εὐχαρίστησαι τόν Κύριον, ὅπου διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὄχι μόνο σοῦ ἐκαθάρισε τόν νοῦν, ἀλλά καί σοῦ ἐθέρμανε τήν καρδίαν καί θέλει νά σέ μεταβάλῃ ἀπό σαρκικόν εἰς πνευματικόν· ἀπό νήπιον μωρόν, εἰς ἄνδρα σοφόν· καί ἀπό κοσμικόν καί ἐθνικόν, εἰς ἀληθινόν χριστιανόν. Τοιαύτας γάρ θεοπρεπεῖς καί παραδόξους μεταβολάς συνειθίζει νά ἐνεργῇ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, καθώς θεολογεῖ περί αὐτοῦ ὁ Μέγας Θεολόγος Γρηγόριος· «τοῦτο τό Πνεῦμα (σοφώτατον γάρ καί φιλανθρωπότατον) ἄν ποιμένα λάβῃ, ψάλτην ποιεῖ πνευμάτων πονηρῶν κατεπᾴδοντα καί βασιλέα τοῦ Ἰσραήλ ἀναδείκνυσιν· ἐάν αἰπόλον συκάμινα κνίζοντα, προφήτην ἐργάζεται· τόν Δαβίδ καί τόν Ἀμώς ἐνθυμήθητι· ἐάν μειράκιον εὐφυές λάβῃ πρεσβυτέρων ποιεῖ κριτήν καί παρ᾿ ἡλικίαν· μαρτυρεῖ Δανιήλ ὁ νικήσας ἐν λάκκῳ λέοντας· ἐάν ἁλιέας εὕρῃ, σαγηνεύει Χριστῷ, κόσμον ὅλον τῇ τοῦ λόγου πλοκῇ συλλαμβάνοντας. Πέτρον λάβε μοι καί Ἀνδρέαν καί τούς τῆς βροντῆς υἱούς τά πνευματικά βροντήσαντας· ἐάν τελώνας, εἰς μαθητείαν κερδαίνει καί ψυχῶν ἐμπόρους δημιουργεῖ· φησί Ματθαῖος, ὁ χθές τελώνης, καί σήμερον εὐαγγελιστής· ἐάν διώκτας θερμούς, τόν ζῆλον μετατίθησι, καί ποιεῖ Παύλους ἀντί Σαύλων καί τοσοῦτον εἰς εὐσέβειαν, ὅσον εἰς κακίαν κατέλαβε». (λογ. Εἰς τήν Πεντηκοστήν).

Ἐντράπου λοιπόν ἀδελφέ, διότι ἕως τώρα ἤσουν μακράν ἀπό τέτοιους συλλογισμόυς, πορευόμενος ἐν τοῖς κακοῖς θελήμασι τῆς καρδίας σου καί μή δίδωντας τόπον εἰς αὐτήν, διά νά κατοικήσῃ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον· καί συντόμως εἰπεῖν, διότι ἔζησες ὡσάν ἕνας ψυχικός μόνον ἄνθρωπος, ὅς οὐ δέχεται τά τοῦ Πνεύματος· «μωρία γάρ αὐτῷ ἐστι καί οὐ δύναται γνῶναι» (Α´. Κορ. β´ 14). Κάμε ἀπόφασιν εἰς τό ὑπόλοιπον τῆς ζωῆς σου, νά μή λυπήσης πλέον τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μέ καμμίαν ἄτακτον καί κακήν ὄρεξιν τῆς καρδίας σου, κατά τήν παραγγελίαν ὅπου σοῦ δίδει ὁ Ἀπόστολος· «καί μή λυπῆτε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τοῦ Θεοῦ» (Ἐφεσ. δ´. 30)· μηδέ νά ἐναντιωθῇς ὡς σκληροκάρδιος εἰς τό Ἅγιον αὐτοῦ θέλημα, κατά τούς σκληροκαρδίους ἐκείνους Ἑβραίους, πρός τούς ὁποίους εἶπεν ὁ Στέφανος· «σκληροτράχηλοι καί ἀπερίτμητοι τῇ καρδίᾳ καί τοῖς ὠσίν· ὑμεῖς ᾀεί τῷ πνεύματι τῷ ἁγίῳ ἀντιπίπτετε» (Πράξ. ζ´. 51)· ἀλλά νά δώσῃς ὅλην τήν καρδίαν σου εἰς αὐτό μέ ὅλας της τάς ἐπιθυμίας διά νά ἐνοικήσῃ καθώς αὐτό τό ἴδιον πνεῦμα σέ προστάζει λέγον· «υἱέ δός μοι τήν καρδίαν» (Παροιμ. κγ´. 26)· θέλεις δέ δώσει τήν καρδίαν σου εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ἐάν μελετᾷς πάντοτε εἰς αὐτήν τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ μέ μίαν ἀδιάλειπτον προσευχήν. Ἐπειδή τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μολονότι καί ἐκπορεύεται ἐκ μόνου τοῦ Πατρός, ὅμως εἶναι καί λέγεται καί Πνεῦμα τοῦ Υἱοῦ διά τήν ὁμοουσιότητα καί ἐν τῷ Υἱῷ ἀναπαύεται καί χαίρει ὅταν αὐτός ὀνομάζεται· «ἐξαπέστειλεν ὁ Θεός τό Πνεῦμα τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ ἐν ταῖς καρδίαις, κράζον ἀββᾶ ὁ Πατήρ»· (Γαλ. δ´. 6)· ἵνα διά τῆς τοιαύτης νοερᾶς καί πνευματικῆς προσευχῆς , ἐν μέν τῷ Πνεύματι θεωρῇς τόν Υἱόν, ἐν δέ τῷ Υἱῳ θεωρῇς τόν Πατέρα, ὡς λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος· καί ἵνα καταξιωθῇς διά τῆς τοιαύτης νοερᾶς ἐργασίας, νά εὕρῃς καί νά ἰδῇς νοερῶς τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν ὁποίαν ἔλαβες μέν διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, τήν ἔχωσες δέ ὡσάν σπινθῆρα μέσα εἰς τά πάθη καί ἁμαρτίας.

Καί τέλος πάντων, ἐπειδή καί τό Πανάγιον Πνεῦμα· ὁ ἄλλος παράκλητος, τό συμπληρωτικόν πρόσωπον τῆς Ἁγίας Τριάδος· ὁ χορηγός πάντων τῶν χαρισμάτων ἡ ζωή τῶν ζώντων· ἡ κίνησις τῶν κινουμένων· καί ἡ τελειότης ἁπάντων τῶν ὄντων, ἠθέλησεν ἐκ μόνης τῆς φιλανθρωπίας του νά εἰδοποιήσῃ εἰς τήν καρδίαν σου τάς πρώτας γραμμάς καί τό πρῶτον σχέδιον τῆς χάριτός του, παρακάλεσαί τον νά μή σέ ἀφήσῃ ἀτελῆ ἀλλά νά φέρῃ εἰς τελειότητα αὐτήν τήν εἰδοποίησιν καί τό ἔργον ὅπου ἄρχισεν εἰς ἐσέ, χαρίζωντάς σου τό χάρισμα τῆς διαμονῆς καί τῆς μέχρι τέλους ὑπομονῆς ἐν τῇ αὐτοῦ χάριτι, τό ὁποῖον χάρισμα εἶναι τό μεγαλύτερον ἀπό ὅλα τά χαρίσματα καί αὐτό μόνον συνιστᾷ καί ἐπισφραγίζει τόν ἑκάστου προορισμόν κατά τούς θεολόγους καί διά τοῦ χαρίσματος τούτου νά σέ ἀξιώσῃ ἀπό ἐδῶ ἀκόμη, νά γίνῃς ὅλος πνευματικός, ὅλος ἀγγελοειδής, ὅλος ἅγιος καί υἱός Θεοῦ, καί Θεός κατά χάριν, ἀπ᾿ ἐκεῖ ὅπου εἶσαι τώρα γῆ καί σποδός· καθώς λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος· «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελθόν εἰς ψυχήν ἀνθρώπου, ἔδωκε μέν ζωήν, ἔδωκε δέ ἀθανασίαν· ἤγειρε κείμενον· τό δέ κινηθέν κίνησιν ἀΐδιον ὑπό Πνεύματος Ἁγίον, ζῶον ἅγιου ἐγένετο· ἔσχε δέ ἄνθρωπος ἀξίαν πνεύματος εἰσοικισθέντος ἐν αὐτῷ προφήτου, ἀποστόλου, ἀγγέλου Θεοῦ, ὤν πρό τοῦ, γῆ καί σποδός»· (ὁμιλ. Περί τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου, ἧς ἡ ἀρχή, ἐνθυμηθῶμεν πᾶσα ψυχή).


Γ΄
Συλλογίσου ἀγαπητέ τήν γ´. μεταβολήν ὅπου ἐνήργησε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον εἰς τήν γλῶσσαν τῶν Ἀποστόλων· διότι ἐκεῖνοι ὅπου προτήτερα δέν ἐλαλοῦσαν ἄλλο παρά γήϊνα καί χαμερπῆ διά δόξας καί τιμάς προσωρινάς καί ματαίας· «δός ἡμῖν ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καί εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωμεν ἐν τῇ δόξῃ σου» (Μάρκ. ι´. 37)· ἐκεῖνοι ὅπου ἐλάλουν περί τοῦ Χριστοῦ ταπεινά καί εὐτελῆ· «ἐπιστάτα, καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὦδε εἶναι καί ποιήσωμεν σκηνάς τρεῖς, μίαν σοί καί Μωσεῖ μίαν καί μίαν Ἠλίᾳ» (Λουκ. θ´. 33). Ἐκεῖνοι ὅπου πρότερον ἔφθασαν ἕως καί νά συμφωνήσουν μέ τόν Ἰούδαν καί νά κατηγορήσουν τήν εὐλογημένην ἐκείνην Μαρίαν καί νά θυμωθοῦν καταπάνω της, διότι ἄλειψε τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ μέ τόσον πολυέξοδον μῦρον, λέγοντες μέ ἀγανάκτησιν· «εἰς τί ἡ ἀπώλεια αὕτη τοῦ μύρου γέγονεν; ἠδύνατο γάρ τοῦτο πραθῆναι ἐπάνω τριακοσίων δηναρίων καί δοθῆναι πτωχοῖς καί ἐνεβριμῶντο αὐτῇ» (Μάρκ. ιδ´. 4) Αὐτοί λέγω οἱ ἴδιοι, ὕστερα ἀπό τόν ἐρχομόν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν ἐλαλοῦσαν πλέον δι᾿ ἄλλο, παρά διά τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, διά ὑψηλά καί μεγάλα πράγματα διά τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, διά τήν θεολογίαν τῆς Ἁγίας Τριάδος, διά τό ἀκατανόητον μυστήριον τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας· διότι εἶναι Θεός ἀληθινός ὁ Χριστός· μέ ρητορικήν ἀνήκουστον, μέ ἐλευθεροστομίαν ἀσύγκριτον καί μέ γλῶσσας διαφόρους· «ἀκούομεν λαλούντων αὐτῶν ταῖς ἡμετέραις γλώσσαις τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ. (Πράξ. β´ 11).

Τώρα στοχάσου ἐσύ ἀγαπητέ τά λόγια ὅπου ὡμιλοῦσες προτήτερα ἀπό τά παρόντα γυμνάσματα, καί τά λόγια ὅπου πρέπει τώρα νά λαλῇς, διά νά λάβῃς καί ἐσύ τήν μεταβολήν αὐτήν τῆς γλώσσης ἀπό τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· τήν γλῶσσαν σοῦ τήν ἔδωκεν ὁ Θεός ἀδελφέ ὄργανον διά νά λαλῇς ὅλα τά καλά ὄχι τά κακά. Ὅθεν πρέπει νά τήν μεταχειρίζεσαι καί ἐσύ κατά τόν σκοπόν ὅπου ὁ Θεός σοῦ τήν ἔδωκεν· ἤγουν εἰς τό νά δοξολογῇς καί νά αἰνῇς μέ αὐτήν πάντοτε τόν Θεόν, καί νά μελετᾷς τά θεῖά του λόγια καθώς γέγραπται· «πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσεται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός» (Φιλιπ. β´ 11). Καί πάλιν «καί ἡ γλῶσσά μου μελετήσει τήν δικαιοσύνην σου, ὅλην τήν ἡμέραν τόν ἔπαινόν σου»· (Ψαλμ. λδ´. 32)· καί ὄχι εἰς τό νά λαλῇς λόγια ἀνευλαβῆ κατά τοῦ Θεοῦ καί εἰς τό νά ὀνομάζῃς τό θεῖον του ὄνομα εἰς πράγματα μάταια· «οὐ λήψῃ γάρ φησι τό ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπί ματαίῳ» (Ἐξοδ. κ´. 7) εἰς τό νά κατηγορῇς καί νά μέμφεσαι τόν ἑαυτόν σου καί ὄχι εἰς τό νά τόν ἐπαινῇς μόνος σου «ἐγκωμιαζέτω σε ὁ πέλας καί μή τό σόν στόμα· ἀλλότριος, καί μή τά σά χείλη» (Παροιμ. κζ´. 2). Εἰς τό νά συμβουλεύῃς τόν ἀδελφόν σου ὅλα ἐκεῖνα ὅπου εἶναι συμφέροντα εἰς τήν σωτηρίαν του καί νά στερεώνῃς εἰς τό καλόν καί τήν ἀρετήν, καί ὄχι εἰς τό νά ἀκονᾷς ὡς μάχαιραν τήν γλῶσσάν σου κατ᾿ αὐτοῦ περιπαίζωντάς τον, κατηγορῶντάς τον καί ὑβρίζωντάς τον καταφρονητικῶς μέ θυμόν· «ἠκόνησαν ὡς ραμφαίαν τήν γλῶσσαν αὐτῶν» (Ψαλμ. ξγ´. 30) ἤ καί δίδωντάς του κακάς συμβουλάς μέ λόγια ἁπαλά μέν καί φιλικά, ἐπίβουλα δέ καί ἐχθρικά, διά νά τόν κακοποιήσῃς καί νά τόν βλάψῃς· «ἡπαλύνθησαν οἱ λόγοι αὐτῶν ὑπέρ ἔλαιον καί αὐτοί εἰσι βολίδες» (Ψαλμ. νδ´. 24). Καί διά νά εἰπῶ μέ ἕνα λόγον, εἰς τήν γλῶσσάν σου πρέπει νά ἔχῃς τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, τά λόγια τῆς παλαιᾶς καί νέας Γραφῆς· τά περί τῆς θείας προνοίας· τά περί τῆς κρίσεως· καί τά περί τῆς ἀγαθότητός του· καί ὅλαι αἱ συνομιλίαι σου νά ᾖναι περί πνευματικῶν καί θείων πραγμάτων καί περί ὠφελείας ψυχικῆς. Ἐάν περί τοιούτων μεταχειρίζεσαι τήν γλῶσσάν σου, ἤξευρε, ὅτι ὁ Κύριος ἔπλασε νοερῶς τήν ἰδικήν σου γλῶσσαν, καθώς ἔπλασε ποτέ καί τοῦ κωφοῦ καί μογιλάλου· «καί πτύσας ἥψατο τῆς γλώσσης αὐτοῦ… καί ἐλύθη ὁ δεσμός τῆς γλώσσης αὐτοῦ». (Μάρκ. ζ´ 33). Καί εἶναι καλόν σημάδι, ὅτι ἄρχισε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον νά μεταβάλῃ καί τήν ἰδικήν σου γλῶσσαν, καί νά λαλῇ αὐτό δι᾿ αὐτῆς, ὡς ποτέ ἐλάλει καί διά τῶν Ἀποστόλων καί διά τοῦ Δαβίδ «Πνεῦμα Κυρίου ἐλάλησεν ἐν ἐμοί καί ὁ λόγος αὐτοῦ ἐπί γλώσσης μου» (Β´. Βασιλ. κγ´. 2).

Ἐντράπου λοιπόν ἀδελφέ, πῶς ἕως τώρα ἐλάλεις ὡσάν ἕνας σαρκικός καί νήπιος καί ὄχι ὡσάν πνευματικός καί τέλειος ἄνδρας· «ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐλάλουν» (Α´. Κορ. ιγ´ 11) καί ἡ γλῶσσά σου ἐμελέτα τήν ἀδικίαν, καθώς λέγει ὁ Ἡσαΐας· «ἡ γλῶσσα ἡμῶν ἀδικίαν μελετᾷ» (νθ´. 3).
Ἀποφάσισαι εἰς τό ἑξῆς νά μή ἀφήνῃς νά εὔγουν ἀπό τό στόμα σου λόγια σαπρά, λόγια γελοιώδη καί μάταια, ἀλλά ὠφέλιμα καί σωτηριώδη πρός οἰκοδομήν τῶν ἀκουόντων, καθώς σοῦ παραγγέλει ὁ Ἀπόστολος· «πᾶς λόγος σαπρός ἐκ τοῦ στόματος ἡμῶν μή ἐκπορευέσθω, ἀλλ᾿ εἴτις ἀγαθός πρός οἰκοδομήν ἵνα δῷ χάριν τοῖς ἀκούουσιν» (Ἐφέσ. δ´ 29)· διότι ὁ λόγος εἶναι σκιά τοῦ ἔργου, καθώς εἶπεν ἕνας σοφός (Οὗτος ἐστίν ὁ Δημόκριτος εἰπών· «λόγος ἔργου σκιή»)· καί οἱ λόγοι οἱ κακοί προξενοῦν καί τά ἔργα τά κακά, καθώς καί ἐκ τοῦ ἐναντίου οἱ λόγοι οἱ καλοί προξενοῦν καί τά ἔργα τά καλά. Διά τοῦτο εἶπε καί ὁ Σολομῶν, ὅτι εἰς τό χέρι τῆς γλώσσης στέκεται ἡ ζωή καί ὁ θάνατος· «θάνατος καί ζωή ἐν χειρί γλώσσης» (Παροιμ. ιη´. 21). Καί καθώς ὅποιος βαστᾷ μυρωδικά καί τόν ἑαυτόν του εὐωδιάζει καί τούς ἄλλους ὁμοίως καί ὅποιος βαστᾷ βρωμερά καί τόν ἑαυτόν βρωμίζει καί τούς ἄλλους· τοιουτοτρόπως καί ὅποιος λαλεῖ τά καλά λόγια, ἤ τά κακά καί τόν ἑαυτόν του ὠφελεῖ, ἤ βλάπτει καί τούς ἀκούοντάς του.

Καί τέλος πάντων, παρακάλεσε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον νά δυναμώσῃ τοῦτο ὅπου ἄρχισε νά ἐνεργῇ εἰς ἐσέ· «δυνάμωσον ὁ Θεός τοῦτο, ὅ κατειργάσω ἐν ἡμῖν» (Ψαλμ. ξζ´. 31)· καί νά δείξῃς μίαν τελείαν μεταβολήν εἰς τήν γλῶσσάν σου διά τῆς χάριτός του, ὥστε νά μή σέ ἀφήσῃ νά σφάλῃς πλέον μέ αὐτήν εἰς κανένα λόγον ἄπρεπον· «εἴτις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ (Ἰακωβ. γ´. 2)· ἀλλά νά μεταχειρισθῇ τήν γλῶσσάν σου ὡσάν ἕνα κονδύλι, διά νά τήν κινῇ μέ τήν δεξιάν του εἰς τό νά λαλῇς ἐκεῖνα μόνον ὅπου αὐτό θέλει καί βούλεται· ὥστε ὅπου, σύ μέν νά λέγῃς· «ἡ γλῶσσά μου κάλαμος γραμματέως ὀξυγράφου» (Ψαλμ. μδ´ 2)· ἐκεῖνοι δέ ὅπου σέ βλέπουν καί σοῦ ἀκούουν, νά λέγουν· «αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ ὑψίστου». (Ψαλμ. ος´ 10).

--------------------------------------------------

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2015

Ἡ Παραβολή τοῦ πλούσιου καί τοῦ Λαζάρου


Βλάχος Ἱερόθεος (Μητροπολίτης Ναυπάκτου)

Πολλά μπορεῖ κανείς νά παρατηρήσει μελετώντας τήν περίφημη αὐτή παραβολή τοῦ Χριστοῦ. Μπορεῖ νά ἀντιμετωπίσει τήν κοινωνική διάστασή της ἤ ἀκόμη νά βγάλει πολλά ἠθικά καί ἠθικολογικά συμπεράσματα. Ὅμως, θά ἐπιμείνουμε περισσότερο στά θέματα πού ἔχουν σχέση μέ τήν ζωή μετά τόν θάνατο, δηλαδή θά δοῦμε τήν ἐσχατολογική ἀνάλυση τῆς παραβολῆς.

Π ρ ῶ τ ο ν. Ὅπως φαίνεται στήν παραβολή δέν γίνεται λόγος γιά τήν ζωή μετά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά γιά τήν ζωή τῆς ψυχῆς πού παρεμβάλλεται μεταξύ τοῦ θανάτου τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή τῆς ἐξόδου τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα, καί τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Πρόκειται γιά τό διάστημα ἐκεῖνο πού λέγεται μέση κατάσταση τῶν ψυχῶν. Ἄλλοι λόγοι τοῦ Χριστοῦ ἀναφέρονται στήν Δευτέρα Παρουσία Του, ὅταν θά ἔλθει γιά νά κρίνει τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ προηγουμένως γίνει ἀνάσταση τῶν σωμάτων καί οἱ ψυχές εἰσέλθουν ἐκ νέου στά σώματα, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νά ἀπολαύσει ἐκεῖνα πού ἔπραξε στήν ζωή του.


Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2015

Τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου (Λουκ. ιστ΄19-31)


Γιαννακόπουλος Ἰωήλ (Ἀρχιμανδρίτης)

Ἡ παραβολὴ αὕτη συμπληροῖ τὰ προηγούμενα περὶ πλούτου λεχθέντα ἰδίως δὲ τὴν παραβολὴν τοῦ ἀπίστου οἰκονόμου δεικνύουσα τὴν χρῆσιν τῶν περισσευόντων ὑλικῶν ἀγαθῶν, τὴν ὁποίαν πρέπει νὰ κάμωσιν οἱ πλούσιοι καὶ ποῦ θὰ καταντήσωσιν οὗτοι, ἐὰν ἀμελήσωσι τὰ πρὸς τοὺς πτωχοὺς καθήκοντά των. Ἐμμέσως δὲ δὲν παύει νὰ ὑπονοοῦνται ὑπὸ τὸν κολαζόμενον πλούσιον τῆς παραβολῆς, ὁ ὁποῖος καλεῖ τὸν Ἀβραὰμ πατέρα, οἱ πλούσιοι Φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι θὰ κολασθῶσι, διότι εἶναι σκληροὶ εἰς τοὺς πτωχούς.

Ἡ παραβολὴ αὕτη ἔχει ὡς ἑξῆς: «Ἄνθρωπὸς τις ἦν» ἦτο «πλούσιος καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ’ ἡμέραν λαμπρῶς». Πορφύρα ἦτο τὸ ἐξωτερικὸν ἔνδυμα ἀπὸ ὕφασμα βαμμένον μὲ τὸν πανάκριβον ἐρυθρὸν χυμὸν κογχύλης τῆς θαλάσσης ἐκ Τύρου, ἡ ὁποία ὠνομάζετο πορφύρα. Βύσσος δὲ ἦτο τὸ λευκὸν σάν τὸ χιόνι ἐσωτερικὸν φόρεμα ἐκ λεπτοῦ λινοῦ Αἰγυπτιακοῦ ὑφάσματος (1). Ἑπομένως ἔνδυμα καὶ τροφὴ τοῦ πλουσίου τούτου ἦσαν πολυτελέστατα. Ἡ ζωὴ του ἦτο καθημερινὴ ἑορτή! Ὁ πλούσιος εἶναι ἀνώνυμος, διότι «γέγραπται οὐ μὴ μνησθῶ τῶν ὀνομάτων αὐτῶν διὰ χειλέων μου». Ψάλμ. 15,4. Τοὺς ἀσεβεῖς ὁ Θεὸς δὲν θέλει οὐδὲ νὰ ὀνομάσῃ.

Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2015

"Ομιλία Περί Πίστεως" (όπου παρατίθεται έκθεσις της ορθόδοξης ομολογίας)


(Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς)

1. Πιστεύομε στο Θεό, και πιστεύομε τον Θεό· άλλο το ένα και άλλο το άλλο. Πραγματικά πιστεύω τον Θεό σημαίνει ότι θεωρώ βέβαιες κι' αληθινές τις επαγγελίες που μας έδωσε· πιστεύω δε στον Θεό σημαίνει ότι φρονώ περί αυτού ορθώς.

Πρέπει δε να τα έχωμε και τα δύο, να είμαστε αληθινοί και στα δύο και να συμπεριφερώμαστε έτσι, ώστε και να πιστευώμαστε από εκείνους που βλέπουν σωστά και πιστοί να είμαστε ενώπιον του Θεού προς τον οποίο απευθύνεται η πίστις, και ως πιστοί ακριβώς να δικαιούμαστε από αυτόν «διότι»,λέγει, «επίστευσε ο Αβραάμ και τούτο υπολογίσθηκε για την δικαίωσή του».

Πώς λοιπόν πιστεύσας εδικαιώθηκε ο Αβραάμ; Έλαβε από τον Θεό υπόσχεσι για το σπέρμα του, που ήταν ο Ισαάκ, ότι θα ευλογηθούν όλες oι φυλές του Ισραήλ. Έπειτα διατάσσεται από τον Θεό να θυσιάση, παιδί ακόμη, τον Ισαάκ που ήταν ο μόνος διά του οποίου επρόκειτο να εκπληρωθη η υπόσχεσις. Και χωρίς ν' αντείπη τίποτε ο πατέρας, έσπευσε να γίνη αυτόχειρ του παιδιού του, ενώ εθεωρούσε αυτήν την δι' αυτού υπόσχεσι βέβαιη και έγκυρη.

Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2015

"Η Αγάπη, το έσχατο κριτήριο της κρίσεως" (Κυριακή της Απόκρεω)

 
(π. Γερασιμάγγελος Στανίτσας)
 
Όλοι μας κάθε μέρα ψάχνουμε να βρούμε έναν τρόπο για να καταξιώσουμε την ύπαρξή μας, για να μπορέσουμε να φτάσουμε μέχρι το τέλος σωστά. Επιθυμούμε να βρούμε ένα κριτήριο για το αν οι αποφάσεις μας και η ζωή μας είναι σωστά και αν βαδίζουμε με ασφάλεια στην καταξίωσή μας.

Κοντολογίς, αναζητούμε ένα μέτρο, ένα κριτήριο για τις πράξεις μας. Τελικός στόχος όλων μας παραμένει η κατάκτηση της ζωής, όχι μόνο ποσοτικά, αλλά και ποιοτικά.

Δεν μπορούμε ν’ αποφύγουμε την διαπίστωση ότι οι περισσότεροι από εμάς έχουν ένα υλικό και πρόσκαιρο κριτήριο για τις καθημερινές μας πράξεις. Είναι κάτι που δίνει υλική σιγουριά, που ενισχύει την τάση για προβολή. Το χρήμα, η δόξα, οι απολαύσεις είναι τα πιο συνηθισμένα κριτήρια για τη λήψη μια απόφασης που θα συντελέσει στην τελική επιδίωξη της ζωής μας.
 

Πέμπτη 10 Απριλίου 2014

"Ομιλία εις την Κυριακή των Βαΐων"


(π. Συμεών Κραγιόπουλος)

Η θριαμβευτική είσοδος του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ
Καθώς ακούγαμε τώρα την όλη ευαγγελική περικοπή, η οποία αναγινώσκεται κάθε χρόνο αυτήν την ημέρα, μου 'κανε ακόμη μια φορά εντύπωση ότι όλοι λίγο πολύ, καθένας με τη διάθεσή του, καθένας με την πρόθεσή του, ανάλογα με την κατάστασή του, όλοι η, αν θέλετε, πολλοί είναι αυτοί οι οποίοι πλησιάζουν έτσι η αλλιώς τον Κύριο, αναφέρονται εις Αυτόν, συνομιλούν με Αυτόν ή  όπως στην ειδική περίπτωση σήμερα, ψάλλουν και υμνούν και δοξάζουν τ' όνομά Του καθώς τον υποδέχονται στην Ιερουσαλήμ. 
 

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

"Αδαμιαίος θρήνος"

 
(π. Βασίλειος Καλλιακμάνης)

α) Στὴν ὑμνολογία τῆς Κυριακῆς τῆς Τυροφάγου κυριαρχεῖ ὁ «ἀδαμιαῖος θρῆνος», ἀφοῦ «τῇ αὐτῇ ἡμέρα ἀνάμνησιν ποιούμεθα τῆς ἀπὸ τοῦ Παραδείσου τῆς τρυφῆς ἐξορίας τοῦ Πρωτοπλάστου Ἀδάμ».

Ὁ Ἀδάμ, ὁ πατέρας τῆς οἰκουμένης, γνώριζε στὸν Παράδεισο τὴ γλυκύτητα τῆς θείας ἀγάπης. Ἔτσι μετὰ τὴν ἔξωσή του ἀπὸ αὐτὸν γιὰ τὸ ἁμάρτημά του, ἐγκαταλελειμμένος ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, θλιβόταν πικρὰ καὶ ὀδυρόταν μὲ βαθεῖς στεναγμούς, ἀναφέρει ὁ ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης.


Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014

"Ομιλία στην παραβολή του Κυρίου περί του ασώτου"


(Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς)

 «Θά γίνη κάποτε λιμός», είπε o προφήτης θρηνώντας την Ιερουσαλήμ, «ὄχι πεῖνα ἄρτου καί ὕδατος, αλλά πεῖνα για τόν λόγο τοῦ Κυρίου». Είναι δε ο λιμός στέρησις και συγχρόνως όρεξις της αναγκαίας τροφής. Υπάρχει όμως και κάτι χειρότερο και αθλιώτερο από αυτήν την πείνα· όταν δηλαδή κάποιος, ενώ στερείται τ' αναγκαία για την σωτηρία, δεν έχει συναίσθησι της συμφοράς, επειδή δεν έχει όρεξι για τη σωτηρία. 

Όποιος πεινά και δεν διαθέτει τ' αναγκαία, τριγυρίζει αναζητώντας ένα κομμάτι ψωμιού οπουδήποτε· κι' αν εύρει μουχλιασμένο ζυμάρι, ή του προσφέρει κάποιος άρτο από κεχρί ή από πίτουρα ή κάτι άλλο από τα ευτελέστατα είδη τροφής, χαίρεται τόσο πολύ, όσο επονούσε προηγουμένως που δεν εύρισκε.

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

"Ομιλία εις την Κυριακή του Ασώτου"


(Όσιος Ιουστίνος Πόποβιτς)

Iδού εὐαγγέλιο πού ἀφορᾶ στό νοῦ καί τό σῶμα τοῦ καθενός μας. Εἶναι τό εὐαγγέλιο τῆς εὐσπλαχνίας. Εἶναι ἡ θαυμαστή παραβολή τοῦ Σωτῆρος, στήν ὁποία ἀπεικονίζεται ὁλόκληρη ἡ ζωή μας. Ἡ δική μου, ἡ δική σου, τοῦ καθενός ἀνθρωπίνου ὄντος ἐπάνω στήν γῆ. Ὅλους τούς ἀφορᾶ τό σημερινό ἅγιο Εὐαγγέλιο. Ὅλους.

Ὁ ἄνθρωπος! Αὐτός ὁ θεϊκός πλοῦτος ἐπάνω στήν γῆ! Κύτταξε τό σῶμα του, τό μάτι, τό αὐτί, τήν γλώσσα. Τί θαυμαστός πλοῦτος. Τό μάτι! Ὑπάρχει τίποτε πιό τέλειο πού νά ἠμπορῇ ὁ ἄνθρωπος νά ἐπινοήσῃ σ’ αὐτόν τόν κόσμο; Κι ὅμως, τό μάτι αὐτό τό ἐδημιούργησε ὁ Κύριος, ὅπως καί τήν ψυχή καί τό σῶμα. Ἡ ψυχή μάλιστα εἶναι ὁλόκληρη ἐξ οὐρανοῦ. Ὁποῖος πλοῦτος! Τό σῶμα! Θαυμαστός θεῖος πλοῦτος πού σοῦ δόθηκε γιά τήν αἰωνιότητα καί ὄχι μόνο γιά τήν πρόσκαιρη αὐτή γήινη ζωή. Καί ψυχή δοσμένη γιά τήν αἰωνιότητα.


Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2014

"Ομιλία στην Κυριακή του Τελώνη και του Φαρισαίου"


(Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

Ένας άνθρωπος βάδιζε στο δάσος. Ήθελε να διαλέ­ξει ένα καλό δέντρο, απ' όπου θα έβγαζε δοκάρια για τη σκεπή του σπιτιού του. Εκεί είδε δύο δέ­ντρα, το ένα δίπλα στο άλλο. Το ένα ήταν ίσιο, λείο και ψηλό, άλλα το εσωτερικό του, o πυρήνας του, ήταν σά­πιο. Το άλλο είχε ανώμαλη επιφάνεια κι o κορμός του έδειχνε άσχημος.

Το εσωτερικό του όμως ήταν γερό. O άνθρωπος αναστέναξε και είπε: «Σε τί μπορεί να μου χρησιμέψει το ψηλό και ίσιο αυτό δέντρο, αφού το μέσα του είναι σάπιο κι ακατάλληλο για δοκάρια; Το άλλο μοιά­ζει ανώμαλο, άσχημο, άλλα τουλάχιστο το μέσα του είναι γερό. Έτσι, αν καταβάλω λίγο μεγαλύτερη προσπάθεια, μπορώ να το διαμορφώσω και να το χρησιμοποιήσω για δοκάρια στο σπίτι μου». Και χωρίς να το σκεφτεί περισ­σότερο, διάλεξε το δέντρο εκείνο, το γερό.

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2014

Τι σημαίνει "περίοδος Τριωδίου"; (σχόλιο στην Κυριακή του Τελώνη και του Φαρισαίου)

(π. Συμεών Κραγιόπουλος)

«Τριώδιο»: Η ετυμολογία της λέξεως
Σήμερα, όπως τό ξέρουμε όλοι, είναι η Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου, και αρχίζει το Τριώδιο. Είναι η Κυριακή που μας εισάγει στο Τριώδιο, στην περίοδο του Τριωδίου.

Καίτοι τα έχουμε πει και άλλη φορά, με πολύ λίγα λόγια να σας πω τι σημαίνει Τριώδιο, και από που πήρε αυτήν την ονομασία η περίοδος αυτή, για να το γνωρίζετε και να μην μπερδεύεστε. Οι περισσότεροι θα το ξέρετε, αλλά ίσως μερικοί δεν το ξέρετε. Γιατί αρκετοί όταν ακούν Τριώδιο, εννοούν χορούς και τέτοια. Ακόμη και το ραδιόφωνο και η τηλεόραση αναφέρονται στην περίοδο του Τριωδίου σαν περίοδο χορών και διασκεδάσεων.