ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ (9ον)
Συνέχεια ἐκ τοῦ προηγουμένου ……….
Ὁ λειτουργός
μᾶς προσκαλεῖ με την φράση:
«Μετά
φόβου Θεοῦ, πίστεως
καί ἀγάπης προσέλθετε».
Τά λόγια αὐτά,
λέγει ὁ Ἱερός
Χρυσόστομος, δέν εἶναι
τοῦ ἱερέως, ἀλλά
τοῦ ἴδιου τοῦ
Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος
δανείζεται τό στόμα και τά
χέρια τοῦ λειτουργοῦ
για νά σέ
προσκαλέσει και να
σοῦ μεταδώσει με
τά ἴδια του
τά χέρια το
Σῶμα Του και
το Αἷμά Του.
«Μετά φόβου Θεοῦ,
πίστεως καί ἀγάπης
προσέλθετε». Ὅλοι
ὅσοι ἔχετε προετοιμασθῆ
διά τῆς μετανοίας
καί ἐξομολογήσεως καί
προσευχῆς, προσέλθετε, γιά
νά κοινωνήσετε τοῦ
ἀληθινοῦ σώματος καί
ἀληθινοῦ αἵματος τοῦ
Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ
Χριστοῦ. Νά προσέλθετε
ἐπίσης μέ φόβο
Θεοῦ, δηλ. μέ
ἄπειρον σεβασμόν πρός
τόν Θεόν, καί
μέ θερμή πίστη,
ὅτι πραγματικά τό
εὑρισκόμενο ἐντός τοῦ
Ποτηρίου εἶναι τό
Σῶμα καί τό
Αἷμα τοῦ Κυρίου.
Νά προσέλθετε ἀκόμη
μέ εἰλικρινή ἀγάπη καί πρός
τόν Θεόν καί
πρός ὅλους τούς
ἀνθρώπους.
Χωρίς αὐτούς
τούς ὄρους ἡ
προσέλευσις στήν μετάληψιν
τῶν ἀχράντων μυστηρίων,
συντελεῖ εἰς κρίσιν
καί καταδίκην μᾶλλον,
παρά εἰς ὡφέλειαν.
Ὁ φόβος τοῦ
Θεοῦ, ἡ πίστις
καί ἡ ἀγάπη
εἶναι τά τρία
μεγάλα ἐφόδια τῆς
ψυχῆς, σύμφωνα μέ
τούς Πατέρες τῆς
Ἐκκλησίας μας, διά
τήν ἀξίαν Κοινωνίαν.
«Μετά φόβου
Θεοῦ». Στήν ψυχή
κάθε χριστιανοῦ πρέπει
νά ἐγκατοικῇ ὁ
φόβος τοῦ Θεοῦ.
Καί ποιός εἶναι
ὁ φόβος Θεοῦ; Εἶναι
ἡ βαθειά εὐλάβεια
τήν ὁποίαν πρέπει
νά αἰσθάνεται ἠ ψυχή μας
ἐνώπιον τοῦ μεγάλου
μυστηρίου. Εἶναι ἡ
συναίσθησις ἡ ὁποία
πρέπει νά πλημμυρίζῃ
τόν ἐσωτερικόν μας
κόσμο, ὅτι εἴμεθα
ἁμαρτωλοί καί ἀνάξιοι
νά δεχθοῦμε μέσα
μας τόν καθαρόν
καί ἀναμάρτητον Κύριον.
Εἶναι ἐπίσης καί
ἡ μεγάλη προσοχή
ἡ ὁποία πρέπει
νά χαρακτηρίζῃ τόν
χριστιανό κατά τήν
μεγάλην αὐτήν ὥραν
πού ἑτοιμάζεται νά
κοινωνήσῃ.
Ὅταν τά
Χερουβείμ μέ εὐλάβεια
περιΐπτανται τοῦ θρόνου
τοῦ Θεοῦ καί
λατρεύουν Αὐτόν καί
ψάλλουν τόν ἀγγελικόν
ὕμνον «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος,
Κύριος Σαββαώθ, πλήρης
ὁ Οὐρανός καί ἡ
γῆ τῆς
δόξης σου», ὅταν
λοιπόν αὐτά τά
ἀγγελικά πνεύματα μέ
τόση εὐλάβεια ἵστανται
ἐνώπιον τοῦ Κυρίου,
μέ πόσην μεγαλυτέραν
εὐλάβειαν πρέπει ἐμεῖς
νά παριστάμεθα ἐνώπιον
τοῦ ἀγίου μυστηρίου;
Ὁρισμένοι, πλησιάζουν
καί κοινωνοῦν χωρίς
φόβο, χωρίς συναίσθηση,
χωρίς καμμία εὐλαβεια.
Τό φαινόμενο αὐτό παρατηρεῖται σέ
ὅλες τίς ἐποχές
ἀκόμα καί στήν
ἐποχή τοῦ Ἱεροῦ
Χρυστοστόμου, ὁ ὁποῖος
σέ ἕνα του
λόγον τούς ἐπιπλήττει
λέγοντας:
«Βλέπω πολλούς,
οἱ ὁποίοι πρόκειται
νά πλησιάσουν τήν
τράπεζαν, νά θορυβοῦν,
νά πηδοῦν, νά ὑβρίζωνται,
νά πέφτει ὁ ἔνας πάνω
στόν ἄλλον, καί
ἀντί ὡφελείας, τήν
τιμωρίαν μᾶλλον νά
προκαλοῦν στόν ἐαυτόν
τους. Δέν μᾶς
εἶναι ἀρκετό, τό
ὅτι προσερχόμεθα στό
ναό γεμάτοι ἀπό
ἁμαρτήματα, ἀλλά καί
αὐτή τήν ὥρα
πού πλησιάζομε νά
κοινωνήσωμε δέν μποροῦμε
νά εἴμεθα χωρίς
πλημμελήματα; Διότι ὅταν
φιλονικοῦμε, ὅταν θορυβοῦμε,
ὅταν μέ τήν
διαγωγήν μας πληγώνουμε
καί δαγκώνουμε ὁ
ἔνας τόν ἄλλον,
πῶς εἶναι δυνατόν
νά ποῦμε ὅτι
εἴμεθα ἔξω ἀπό
ἁμαρτήματα; Τί τρέχεις,
τόσο βιαστικός νά
πλησιάσῃς; πές μου.
Ἐνῶ ἔδειξες ἐγκαρτέρησιν
καί ἐπί τόσην
ὥραν, παρηκολούθησες τά
τελούμενα καί δέν
ἐκουράσθης, τώρα λοιπόν
πού πρόκειται νά
προσέλθῃς καί νά
κοινωνήσῃς, αἰσθάνεσαι τόσην
μεγάλην κούρασιν γιά τό λίγο
χρονικό διάστημα πού
ἀπέμεινε; Δέν ἀντιλαμβάνεσαι ὅτι
μέ τόν τρόπον
αὐτόν πρόκειται νά τά χάσῃς
ὅλα; Διατί βιάζεσαι;
Εἰπέ μου. Νομίζεις
ὅτι εὑρίσκεσαι ἀνάμεσα
ἀπό ἀνθρώπους; ἔχεις
τήν ἰδέα ὅτι
κατά τήν ὥραν
αὐτήν πατεῖς ἐπάνω
στή γῆ καί
δέν χορεύεις μαζί
μέ τούς ἀγγέλους;
Διατί βιάζεστε καί
ὁρμᾶτε μέ βιασύνη
πρός τά ἔξω
καί ἀναχωρῆτε διά
τά σπίτια σας;
Αὐτό δέν εἶναι
μεγάλη καταφρόνηση πρός
τόν Κύριον; Ὅταν
ὁ Χριστός εἶναι
παρών, ὅταν ἄγγελοι
παραστέκωνται, ὅταν οἱ
ἀδελφοί σου μυσταγωγοῦνται ἀκόμη,
ἐσύ τούς ἐγκαταλείπεις
καί φεύγεις ἔξω;
Καί σέ ἕνα
συνηθισμένο γεῦμα ἄν
προσκληθῇς , ἔστω καί ἄν ἐνωρίτερα
ἀπό τούς ἄλλους
τελειώσῃς, δέν τολμᾶς
νά φύγῃς ὅταν
οἱ ἄλλοι ἀκόμα
ἐξακολουθοῦν νά τρώγουν.
Ἐδῶ, ἐνῶ τά
θεῖα μυστήρια ἀκόμη
ἐπιτελοῦνται, ἐνῶ ἡ
ἱερά τελετή ἀκόμη
δέν ἔχει τελειώσει,
ἐσύ τά ἀφίνεις
ὅλα στή μέση
καί ἀναχωρεῖς. Θέλετε
νά σᾶς πῶ,
συνεχίζει ὁ ἱερός
Χρυσόστομος, τίνος ἔργο
κάνουν αὐτοί πού
ἀναχωροῦν προτοῦ συμπληρωθῆ
ἡ εὐχαριστία, καί
δέν περιμένουν νά
ἀναφέρουν στόν Θεόν
τάς εὐχαριστηρίους ὠδάς
ἐπί τῇ μεταλήψει
τοῦ μυστηρίου; Αὐτοί
ὁμοιάζουν μέ τόν
Ἰούδα».
Ὁ ἴδιος
ὁ ἅγιος κάνει
μιά σύγκριση τῆς
ἡσυχίας πού ἐπικρατοῦσε
στούς ἀθλητικούς ἀγῶνες
καί τό θόρυβο
πού γίνεται τήν
ὥρα τῆς Θείας
Κοινωνίας. «Δέν εἶναι
παράλογον, ἐρωτᾶ, ἐκεῖ
πού κάνει παρέλαση
ὁ διάβολος νά
ὑπάρχῃ τόση ἡσυχία,
καί ἐκεῖ πού
ὁ Χριστός καλεῖ
κοντά του, νά
ὑπάρχῃ τόσος θόρυβος;
Στήν ἀγορά (ἔτσι
ὀνομαζόταν ὁ ἀθλητικός
χῶρος, τό γήπεδο)
νά ὑπάρχῃ ἡσυχία
καί στήν Ἐκκλησία
κραυγές; Στό πέλαγος
γαλήνη καί στό
λιμάνι τρικυμία; Πές
μου ἄνθρωπε γιατί
κάνεις θόρυβο; Γιατί
βιάζεσαι; Σέ πιέζει
τἄχα ἡ ἀνάγκη
νά κάνῃς τίς
δουλειές σου; Καί
σοῦ περνᾶ ἀπό
τό μυαλό αὐτήν
τήν ὥρα ὅτι
ἔχεις δουλειές;»
Αὐτά εἶναι
λόγια τοῦ Ἱεροῦ
Χρυσοστόμου, πρός τούς
χριστιανούς τῆς ἐποχῆς
του, πού πιστεύομεν
ὅτι καί ἄν
καί σήμερον ζοῦσε,
δέν θά μιλοῦσε
διαφορετικά.
Ὁ λειτουργός
ἐπίσης μᾶς παρακαλεῖ
νά πλησιάσμε τό
Ἅγιο Ποτήριο μέ «πίστη». Δέν
ἀρκεῖ μόνο ἡ γενική πίστη,
νά λέμε δηλ.
ὅτι πιστεύομε, ἀλλά
ἐδῶ στό Μυστήριο
τῆς Θείας Εὐχαριστίας
πρέπει νά ἔχωμε «εἰδική πίστη».
Νά πιστεύωμε δηλ.
ὅτι ὑπό τά
στοιχεῖα τοῦ ἄρτου
καί τοῦ οἴνου
εἶναι αὐτό τοῦτο
τό Σῶμα καί
αὐτό τοῦτο τό
Αἷμα τοῦ Κυρίου
καί Σωτῆρος ἡμῶν
Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως
ὁ ἴδιος ἀνακοίνωσε
στούς μαθητάς του
τήν βραδυά τοῦ
Μυστικοῦ Δείπνου, ὅπου
πῆρε στά χέρια
του τόν ἄρτον,
τόν εὐλόγησε, τόν
ἔκοψε σέ κομάτια
καί ἔδωκε στούς
μαθητάς του λέγων:
«λάβετε
φάγετε, τοῦτο ἐστι
τό σῶμά μου». Αὐτό
εἶναι τό ἴδιο
τό σῶμα μου.
Καί ἀκολούθως τό
Ποτήριο λέγων: «Πίετε ἐξ
αὐτοῦ πάντες, τοῦτο
ἐστι τό αἷμα
μου». Αὐτό εἶναι
τό ἴδιο τό
αἷμά μου.
Νά πιστεύωμε
δηλ. ὅτι, διά
τῆς Θείας μεταλήψεως
ὑποδεχόμεθα μέσα μας
τόν ἴδιο τόν
Χριστό καί ὅτι
ἐννωνόμεθα καί γινόμεθα
ἕνα μέ Αὐτόν.
Καί τοῦτο τό
δήλωσε καί πάλι
ὁ ἴδιος ὁ
Χριστός. «Ὁ τρώγων μου
τήν σάρκα καί
πίνων μου τό
αἷμα, ἐν ἑμοί
μένει κἀγώ ἐν
αὐτῷ». (Ἰω.
στ,50). Ἐκεῖνος πού
τρώγει ἀπό τό
σῶμά μου καί
πίνει ἀπό τό
αἷμά μου, τοὐτέστιν
ἐκεῖνος πού κοινωνᾶ,
μπαίνει μέσα μου
καί έγώ μπαίνω
μέσα σ’ αὐτόν. Φανερή
λοιπόν ἡ ἔνωσις
τοῦ κοινωνοῦντος μετά
τοῦ Χριστοῦ.
Νά πιστεύωμε
ἐπίσης ὅτι, διά
τῆς μεταλήψεως λαμβάνομεν
τήν συγχώρησιν τῶν
ἁμαρτιῶν μας καί
ὅτι καθαριζόμεθα καί
ἐνισχυόμεθα στόν ἀγῶνα
μας κατά τοῦ
πονηροῦ.
Ἄν δέν τά πιστεύει αὐτά ὁ χριστιανός, δέν πρέπει νά προσέρχεται στή Θεία Κοινωνία.
Ἡ
συνέχεια τόν Σεπτέμβριο ...........
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου